You are currently viewing Θέλουμε την Εκκλησία έναν Θεοίδρυτο οργανισμό  ή μία κρατική ΔΕΚΟ;

Θέλουμε την Εκκλησία έναν Θεοίδρυτο οργανισμό ή μία κρατική ΔΕΚΟ;

  • Reading time:1 mins read

Του Σωτήρη Μ. Τζούμα

 

Σε μια εποχή γενικότερης κρίσης θεσμών, αξιών αλλά και επιπέδου ζωής των ανθρώπων, υπάρχουν θεσμοί με ιστορία αιώνων οι οποίοι διατηρούν διαχρονικά την αξία τους,την ισχύ τους αλλά και τη δύναμή τους.

 Η Εκκλησία με την έννοια της πίστεως είναι ένας τέτοιος θεσμός και μάλιστα Θεοίδρυτος! Και τον συναντάμε σε χώρες οι οποίες έχουν χριστιανική παράδοση αλλά και σε λαούς με αυξημένο τον δείκτη της χριστιανικής ανατροφής και παιδείας  από τις οικογένειες τους. 

Στη χώρα μας η πίστη διαδραμάτιζε πάντα σημαντικό ρόλο στη ζωή του Έλληνα. Τα ήθη και τα έθιμά του, οι παραδόσεις του είναι στην πλειοψηφία συνυφασμένες με την πίστη του. Ακόμη και σε εποχές εθνικού διχασμού η πίστη υπήρξε ο συνδετικός κρίκος που ένωνε και δεν δίχαζε περαιτέρω τους Έλληνες. Μη ξεχνάμε ότι ανέκαθεν οι αγώνες του Έθνους μας ήταν «υπέρ βωμών και εστιών» και «υπερ πίστεως και πατρίδος». 

Ωστόσο, η Εκκλησία ως κυρίαρχος θεσμός στη ζωή του Έλληνα δεν κεφαλαιοποίησε όπως θα έπρεπε την δυναμική της στην κοινωνία. Αρκέστηκε στον ήχο της καμπάνας για να διαφημίζει το «προϊόν» της και να μαζεύει το φιλακόλουθο κοινό. Δεν ασχολήθηκε ποτέ σοβαρά με την κατήχηση των πιστών. Δηλαδή να ξέρουν οι πιστοί γιατί πρέπει να εξομολογηθούν, γιατί πρέπει να νηστέψουν και να κοινωνήσουν. Είναι λίγοι οι πιστοί που τα γνωρίζουν αυτά και τα εφαρμόζουν ενσυνείδητα. Ξάπλωσε η Εκκλησία στο… ντιβάνι που της πρόσφερε η παράδοση 2024 ετών και έμεινε σε αυτό! 

Αλλά κάνοντας έναν απολογισμό και βλέποντας τις αλλαγές που γίνονται γύρω μας διαπιστώνουμε ότι η Εκκλησία μπορεί να παραμένει πάντα ένα «γωνιακό μαγαζί», κατά τη σοφή ρήση του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ στον τότε Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, αλλά  κινδυνεύει να μείνει Εκκλησία γερόντων. 

Έμεινε αγκιστρωμένη στα προνόμια της νόμω κρατούσης Εκκλησίας και δεν άνοιξε τα φτερά της για να φέρει κοντά της τη νέα γενιά. Η Εκκλησία δεν μίλησε σε χρόνο μέλλοντα για να φέρει κοντά της τα νειάτα. Δεν πήρε πάνω της τα λάθη της νέας  γενιάς,  που ήταν συνέπεια της κακής ανατροφής και παιδείας που δέχτηκε και στην οποία η Εκκλησία είχε τεράστια ευθύνη. 

Σήμερα η Εκκλησία διαθέτει 83 εν ενεργεία Μητροπολίτες με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, και 14 Μητροπολίτες  σε Κρήτη και Δωδεκάνησα, περί τους 6-7 σχολάζοντες Αρχιερείς, 12 Β.Επισκόπους και περί του εννέα χιλιάδες ιερείς πανελλαδικά. Και αν ρωτήσεις τον μέσο Έλληνα θα σου πει ότι κακώς πληρώνουμε εμείς οι φορολογούμενοι Έλληνες τους παπάδες.Πληρώνουμε για τόσους και τόσους τεμπελχανάδες, για τους κομματικούς στρατούς που πλαισιώνουν τα πολιτικά κόμματα, αλλά οι παπάδες ενοχλούν!

Αυτό κάποτε ούτε κατά διάνοια δεν το είχε ο Έλληνας. Σήμερα εμπεδώνεται γιατί η Εκκλησία λείπει από τη ζωή του Έλληνα.Δεν δικαιολογεί τη θέση της. Κάθε Πάσχα και Λαμπρή δεν αρκεί για να την κάνει απαραίτητη στη ζωή του νεοέλληνα ώστε να αιτιολογείται η μισθοδοσία της από το κράτος. Η Εκκλησία προτάσσει ως επιχείρημα ότι η μισθοδοσία του κλήρου δεν είναι χαριστική αλλά είναι τα χρωστούμενα του κράτους στην Εκκλησία γιαυτά που του χάρισε. Τι κι αν έχει γράψει δύο βιβλία για το θέμα αυτό ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυνος. Όλοι το διακωμωδούν και το κάνουν γαργάρα ενώ χρησιμοποιούν τα σαθρά επιχειρήματα των πολεμίων της Εκκλησίας. 

Δυστυχώς, η Εκκλησία και μιλάμε για την Διοικούσα Εκκλησία, δεν ύψωσε ποτέ την φωνή της και δεν άσκησε την πίεση που μπορούσε και είχε την δυνατότητα να το κάνει, ώστε να διαφυλάξει την ελληνορθόδοξη παιδεία στα σχολεία μας, να προστατέψει την νεολαία μας, να εμποδίσει τον βίαιο αποχριστιανισμό της χώρας μας. Η Εκκλησία μπορούσε και όφειλε να είναι τροχοπέδη στην σημερινή κατρακύλα και στην αποσύνθεση που έχει περιέλθει η κοινωνία μας.

Η Εκκλησία έχει την λύση και την θεραπεία στα σύγχρονα προβλήματα που μαστίζουν την νεολαία μας- και μάλιστα τα ναρκωτικά-  αλλά και όλους τους κατοίκους αυτής της μικρής, αλλά μεγάλης σε ιστορία χώρας.Αλλά αυτό δεν γίνεται από τη μία στιγμή στην άλλη. Χρειάζεται χρόνος.

Ο ιστορικός του μέλλοντος θα καταγράψει τους συμβιβασμούς που έκανε η Διοικούσα Εκκλησία, τις οπισθοχωρήσεις, τις υποκύψεις και πόσο όλα αυτά έβλαψαν την πορεία και  το μέλλον της χώρας μας. Χρειάζεται ένας επαναπροσδιορισμός των στόχων των ταγών της Εκκλησίας και ένας επανευαγγελισμός των πιστών. Για να γαληνέψει ο τόπος, να γίνει η ζωή μας ανθρώπινη, να επανακτήσει ο άνθρωπος την χαμένη του αξία. Είναι έτοιμοι οι Αρχιερείς μας να το προσπαθήσουν ή θα αφεθούν στις ρουτίνα των πραγμάτων η οποία έχει μετατρέψει την Εκκλησία από Θεοίδρυτο οργανισμό σε μία κρατική ΔΕΚΟ;Και το θέμα δεν είναι τι βιώνουμε σήμερα εμείς αλλά τι θα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές. Και ο απολογισμός είναι δυστυχώς θλιβερός!