You are currently viewing Προσφώνησις Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου  Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου Β’  προς τους Σεβασμιωτάτους Συνοδικούς Συνέδρους

Προσφώνησις Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου Β’ προς τους Σεβασμιωτάτους Συνοδικούς Συνέδρους

  • Reading time:1 mins read

Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς

«Ο Χριστός εν τω μέσω ημών»

Συνερχόμασθε σήμερα χάριτι του Παναγάθου Τριαδικού Θεού σε μία ακόμη έκτακτη σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, του ανωτάτου Συνοδικού θεσμού της Αγίας Εκκλησίας μας που αποτελεί την πρώτη για το νέο έτος. Δόξα και αίνον αναπέμπωμεν στον Κύριο και Σωτήρα ημών Ιησού Χριστό, την Κεφαλή της Εκκλησίας μας και δια πρεσβειών του Αγίου ενδόξου Λουκά του εν Στειρίω, του οποίου σήμερα τιμάται η σεπτή μνήμη, Τον παρακαλούμε όπως μας βοηθήση και μας φωτίση τις δύο αυτές ημέρες.

Προσευχόμασθε για την ανάπαυση της ψυχής του Μακαριστού Μητροπολίτου Μάνης κυρού Χρυσοστόμου, ο οποίος εκοιμήθη αιφνιδίως κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας επί τη εορτή της Συνάξεως των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ στον Ιερό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αρεόπολης Λακωνίας και παρακαλούμε τον έχοντα την εξουσία ζώντων και τεθνεώτων Κύριο του παντός να αναπαύση στους κόλπους Αυτού τον αείμνηστο κεκοιμημένο αδελφό ημών.

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Μάνης κυρός Χρυσόστομος υπήρξε ένας ταπεινός, ευσεβής και διακριτικός Ιεράρχης, με γνήσιο και απαράμιλλο εκκλησιαστικό φρόνιμα και ήθος. Ήταν Ιεράρχης της αγάπης, της προσευχής και της υπακοής, ένθερμος υπερασπιστής των ιδανικών της πατρίδος μας καθώς και ιδιαίτερα προσφιλής στον πιστό λαό του Θεού, αφού εκτελούσε τα ποιμαντικά καθήκοντά του με πραότητα και σύνεση, αγωνιζόμενος πάντοτε για το μείζον αγαθό και

την πνευματική ενότητα της Αγίας Εκκλησίας μας. Ευχόμασθε ολοψύχως στην κεφαλή της θεοσώστου Μητροπόλεως Μάνης και στην θέση του αοιδίμου Μητροπολίτου να εκλεγή ένας άξιος διάδοχος με πνεύμα υπακοής, ταπεινώσεως και διακονίας στην Εκκλησία δίχως επιρροές και επενέργειες από εξωγενείς κοσμικές φωνές και απαιτήσεις.

Ωστόσο, σύμφωνα με την θεματολογία της Ημερησίας Διατάξεως θα προβούμε στην εκλογή της εξ Αρχιερέων Επιτροπής δια τας προς τον Τύπον ανακοινώσεις και εν συνεχεία θα επακολουθήσει η πλήρωσις της Ιεράς Μητροπόλεως Μάνης καθώς και η πλήρωσις δύο (2) κενών θέσεων βοηθών Επισκόπων παρά τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Ακολούθως, θα πραγματοποιηθεί Ανάγνωσις και Επικύρωσις των Πρακτικών της προηγούμενης Συνεδρίας και κατόπιν θα επακολουθήσει συζήτηση και ψήφιση δύο νέων Κανονισμών υπό των τίτλων: «Τροποποίησις Κανονισμού περί Εφημερίων και Διακόνων», τον οποίο και θα εισηγηθεί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Χαλκίδος κ. Χρυσόστομος και «Σχέδιον Κανονισμού περί Διοικητικής Διαδικασίας», την εισήγηση του οποίου θα εκφωνήσει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ.

Λόγω του ότι η συνεδρίαση αυτή πραγματοποείται στον απόηχο των μεγάλων εκδηλώσεων που αφορά στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων θα ήθελα και από το βήμα αυτό να εκφράσω τις θερμότατες ευχαριστίες μου προς τα σεπτά μέλη της παρούσης Διαρκούς Ιεράς Συνόδου τόσο για την άψογη μεταξύ όλων συνεργασία και συνεννόηση, όσο για την άρτια και σωστή διαχείριση στο ευαίσθητο αυτό μείζονος εθνικής σημασίας θέματος.

Βεβαίως, η Εκκλησία σε όλη αυτή την τρικυμία των ραγδαίων εξελίξεων και ιστορικών γεγονότων δεν μπορεί να μένει σιωπηλή και απαθής, πολλώ δε βεβαίως όταν

απειλούνται η και διακυβεύονται τα εθνικά συμφέροντα της πατρίδος μας. Άλλωστε, η Εκκλησία ποτέ δεν αδιαφόρησε για τα εθνικά η και κοινωνικά ζητήματα της κάθε ιστορικής περιόδου, αλλά βοήθησε άμεσα η έμμεσα στην συνειδητοποίηση και εν τέλει στην επίλυσή τους. Η Εκκλησία ως Σώμα του σαρκωθέντος Θεού Λόγου έχει λόγο και γνώμη για την σημερινή κρίσιμη κατάσταση της χώρας μας, διότι δεν έπαψε να αποτελεί ενεργό και αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας μας. Αναμφισβήτητα, ο ρόλος Της δεν είναι να οργανώνη συλλαλητήρια. Η Εκκλησία αγρυπνεί και προσεύχεται, έχει ρόλο ενωτικό, δέεται υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου και επιθυμεί με οδηγό το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού να συμβάλη στην αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, ώστε να επικρατήση στον κόσμο η ειρήνη του Θεού «η πάντα νουν υπερέχουσα», η καταλλαγή και η αγάπη.

Σε αυτή την ιδιαίτερα ευαίσθητη ιστορική στιγμή και για την μεγάλη αυτή εθνική υπόθεση χρειάζεται από όλους μας οπωσδήποτε σύνεση, νηφαλιότητα και ομοψυχία, προκειμένου να αντιμετωπισθή το κρίσιμο αυτό θέμα εποικοδομητικά και ειρηνικά. Άλλωστε, βασική επιδίωξή μας πάντοτε, απέναντι σε ανάλογες δύσκολες καταστάσεις που βίωνε η πατρίδα μας ήταν η διατήρηση και η φροντίδα της κοινωνικής συνοχής. Μολονότι η ενεργή παρουσία της Εκκλησίας στην κοινωνική ζωή απομακρύνει τους κινδύνους του ολοκληρωτισμού και της αναρχίας, εντούτοις, χρέος της Εκκλησίας είναι να αγωνίζεται για την επικράτηση της ειρήνης και της δικαιοσύνης του Θεού. Μέλημά μας είναι πρωτίστως ο άνθρωπος, αφού «ουδέν γαρ όσον άνθρωπος ιερόν, ω και φύσεως εκοινώνησεν ο Θεός».

Πράγματι, το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας μας δεν μπορεί να δεχθή η και να αντέξη άλλη επιπλέον εξαθλίωση και ταλαιπωρία, ειδικά σε επίπεδο εθνικό. Ο

υπερήφανος Ελληνικός λαός καθ’όλη την διάρκεια της οικονομικής κρίσεως υπέδειξε και συνεχίζει να υποδεικνύη θαυμαστή δύναμη, ιώβια υπομονή, αλλά και μία ταπεινωτική πειθαρχία απέναντι στις προκλητικές, πολλές φορές, διεθνείς «συστάσεις» και πιέσεις για σκληρά οικονομικά μέτρα. Ωστόσο, αυτό που απαιτεί και ζητά είναι ο εύλογος σεβασμός στα θεμελιώδη δικαιώματά του και η πιστή διατήρηση της ταυτότητος του κράτους και των εθνικών του δικαίων, το οποίο και αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμά του.

Ασφαλώς, ο ρόλος της Εκκλησίας δεν έχει ουδεμία σχέση με τον ρόλο των πολιτικών κομμάτων. Η Εκκλησία δεν δύναται να ταυτίζεται με την πολιτική εξουσία δίχως να έρχεται σε αντίθεση με την φύση και την ιερή αποστολή της και βεβαίως δεν μπορεί να κομματικοποιείται. Άλλωστε, η Εκκλησία δεν περιορίζεται στην εγκοσμιότητα, που περιορίζει την ελευθερία της και απομονώνει τον σκοπό της, αλλά επεκτείνεται στην αιωνιότητα. Δεν ορθώνει λόγο, δεν διατυπώνει πρόταση, προκειμένου να ασκήσει μία ανούσια, άσκοπη η και ανώφελη αντιπολίτευση. Σκοπός Της ήταν και είναι να είναι δίπλα στον κόσμο, δίπλα στον κάθε άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί ζώσα εικόνα του ζώντος Θεού, προσκαλώντας τον σε ενότητα, αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ι. Χρυσόστομος η Εκκλησία είναι «ενώσεως και συμφωνίας όνομα». Όσο η Εκκλησία διατηρεί την ταυτότητά της, δεν μερίζεται, ούτε μερίζει, αλλά ενοποιεί και μεταμορφώνει.

Με την χάρη και την ευλογία του Τριαδικού Θεού συμπλήρωσα δέκα έτη στην θέση ευθύνης και διακονίας του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, του πρώτου μεταξύ ίσων στην Αυτοκέφαλη και ζωντανή Εκκλησία μας. Σας ευχαρίστησα πριν, αισθάνομαι την ανάγκη να το πράξω και τώρα, διότι είμαστε ένα σώμα και μία φωνή.

Πράγματι, καθ’ όλη την δεκαετή αυτή και ιδιαίτερα κοπιαστική περίοδο πάσχισα να διακονήσω: τον άνθρωπο, την συνοδικότητα, τις ορθές σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους, τις διορθόδοξες και διαχριστιανικές συγκυρίες, την παρατεινόμενη κρίση αρχών, θεσμών και αξιών, την φτώχεια, την δημιουργία κοινωνικού προσώπου της Εκκλησίας μας, τιμώντας τους προκατόχους μου, την εκκλησιαστική περιουσία, την εκκλησιαστική εκπαίδευση, προσπάθησα να δημιουργήσω πρόσθετο κύρος στην Εκκλησία με την ανάδειξη άξιων επισκόπων-ποιμένων, να προασπίσω τα δίκαια της Εκκλησίας μας, να προβάλλω την ενότητα και όχι τις αντιπαραθέσεις, να υπερβώ τις όποιες μικρότητες και διαφορές μας, γεφυρώνοντας το όποιο χάσμα των μεταξύ μας αδελφικών σχέσεων.

Βεβαίως, με τη χάρη και την βοήθεια του Θεού καταφέραμε να δημιουργήσουμε πολλές κοινωνικές και ποιμαντικές δομές με πολλές προνοιακές δραστηριότητες, στοχεύοντας πρωτίστως στην παροχή βοήθειας, στήριξης και φροντίδας, οικονομική και ηθική, προς τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, εθνικότητος και θρησκεύματος. Εκ βάθους καρδίας εκφράζω τις ευγνώμονες ευχαριστίες μου προς όλους τους συνεργάτες μου, οι οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα προς την επίτευξη και ολοκλήρωση του θεάρεστου και πολυδάπανου αυτού έργου.

Βεβαίως, δεν σταματούμε εδώ. Η Εκκλησία δεν σταματά ποτέ να εργάζεται, να διακονεί και να υπηρετεί τον άνθρωπο. Αποτελεί πρώτιστη ανάγκη να εντατικοποιήσουμε το έργο της Εκκλησίας, να συνεχίσουμε άοκνα να αναδεικνύουμε τον κοινωνικό Της χαρακτήρα και πρόσωπο, να πλησιάσουμε τον άνθρωπο που υποφέρει, πονάει, αισθάνεται ξεχασμένος η είναι απογοητευμένος, να συνεχίσουμε να προσφέρουμε την πολύτιμη βοήθειά μας και στήριξη στον ιδιαίτερα καταπονημένο λαό μας,

διατηρώντας ακέραια την κοινωνική συνοχή και εφαρμόζοντας την θεϊκή εντολή της αγάπης.

Συνεπώς, σε αυτο το τρίπτυχο εργάσθηκα και αυτό επιθυμώ να συνεχίσω να υπηρετώ, το οποίο βασίζεται στην «ενότητα», στην «αγάπη» και στην «προσφορά». Σε αυτό το τρίπτυχο, που αποτελεί στέρεα βάση, καλώ όλους Εσάς, ανιδοτελώς και με πνεύμα αυτοθυσίας, εντατικά να εργασθούμε, υπηρετώντας τον άνθρωπο και τις αξίες του.

Σας λέγω ειλικρινά ότι κανείς μας δεν περισσεύει. Όλοι μαζί, εμείς που αποκαλούμεθα «άγιοι αδελφοί», ενωμένοι, σε μία κοινή πορεία να αναδείξουμε την δύναμη και την ενότητα της Εκκλησίας μας, που χαρακτηρίζεται από την θυσιαστική αγάπη και τη χάρη. Σας χρειάζομαι όλους μαζί και τον καθένα ξεχωριστά, ο λαός μας χρειάζεται όλους, η πατρίδα μας χρειάζεται ενωμένους για να προσφέρουμε ευαγγελική αγάπη, στήριξη και ελπίδα στο λαό μας, γινόμενοι εμείς άξια πρότυπα και φωτεινά παραδείγματα.

Ομιλία επί τη Δεκαετή Επετείω

Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς,

«Μεγαλύνει η ψυχή μου τόν Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω Σωτήρι μου ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν του δούλου αυτού» (Λκ. 1, 46-47).

Με βαθύτατα αισθήματα ευγνωμοσύνης, σεβασμού και αγάπης επιτρέψτε μου να εκφράσω τις ολόθερμες ευχαριστίες μου προς όλους Εσάς, προς το σεπτό Σώμα τών Αγιωτάτων Επισκόπων τής Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για την ξεχωριστή αυτή και ιδιαιτέρα τιμή να μου αποδίδετε το Μετάλλιο του Αποστόλου των εθνών Παύλου, του ιδρυτού και θεμελιωτού τής Αγιωτάτης Εκκλησίας τής Ελλάδος, του φωτιστού της πατρίδος μας, αλλά και του κατεξοχήν θεολόγου της Ενότητος, του οποίου μοναδική έγνοια υπήρξε «η μέριμνα πασών των Εκκλησιών».

Δόξα και αίνον αναπέμπω προς τω εν Τριάδι Θεώ, η χάρις του Οποίου κάλεσε την ταπεινότητά μου στην σεπτή Πρωθιεραρχία της Αγιωτάτης ταύτης Εκκλησίας σε μία ιδιαιτέρως κρίσιμη και ιστορική στιγμή για την πατρίδα μας. Δια των πρεσβειών του Αγίου ενδόξου Λουκά του εν Στειρίω και χάρις στην αδελφική Σας αγάπη και συμπαράσταση, ο Πανάγαθος Θεός αξίωσε την ταπεινότητά μου να συμπληρώνη σήμερα δέκα έτη στον οίακα της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Αναμφίβολα, η δεκαετής αυτή διακονία μου στην Πρωθιεραρχία της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος συνέπεσε με μία περίοδο κρίσιμης δοκιμασίας, ενίοτε σκληρής, αλλά και πολλαπλώς επιζημίας για την συντριπτική πλειονότητα του χριστεπωνύμου πληρώματος της χώρας μας, καθώς προέκυψε πλήθος πολιτικών, οικονομικών και εθνικών ζητημάτων, απόηχος των οποίων υπήρξαν οι έντονες απογοητεύσεις, διχογνωμίες, κοινωνικές εντάσεις και αντιδράσεις.

Βεβαίως, δεν είναι λίγες οι φορές που η Εκκλησία μας βρέθηκε στο στόχατρο της αμφισβήτησης, η ακόμη και μιας γενικευμένης, θα τολμήσω να αναφέρω, αβάσιμης κριτικής τόσο από μέρος της πολιτικής ηγεσίας του τόπου, όσο και από κέντρα ελεγχόμενης παραπληροφορήσεως του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου, με ανείπωτες συκοφαντίες, ασύστολα ψεύδη και αχαλίνωτες μυθοπλασίες.

Βεβαίως, η δυσχερής αυτή κατάσταση δεν είναι ούτε πρωτόγνωρη ούτε πρωτοφανής για την Εκκλησία. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Εκκλησία του Χριστού βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα έχθρικό κλίμα, αφού πολλοί κατά το παρελθόν πολέμησαν την Εκκλησία, η οποία όχι μόνο δεν ηττήθηκε, αλλά «υπέρ των ουρανών αναβέβηκε». Ωστόσο, η χάρις του Θεού και η προστασία της κεφαλής της, ο Θεάνθρωπος Κύριος ημών Ιησούς Χριστός την αξιώνει ακόμη και σε περιόδους δυσμενών καταστάσεων, κρίσεων η και δοκιμασιών να αναδεικνύεται λαμπροτέρα, καθώς, όπως μας αναφέρει χαρακτηριστικά ο ι. Χρυσόστομος η Εκκλησία «πολεμουμένη νικά· επιβουλευομένη περιγίνεται· υβριζομένη λαμπροτέρα καθίσταται· δέχεται τραύματα και ου καταπίπτει υπό των ελκών· κλυδωνίζεται, αλλ’ ου καταποντίζεται· χειμάζεται, αλλά ναυάγιον ουχ υπομένει· παλαίει, αλλ’ ουχ ηττάται· πυκτεύει, αλλ’ ου νικάται».

Υπό το πνεύμα αυτό και παρά τις εξωγενείς συνεχείς προβληματικές συνθήκες, ουδέποτε εξαναγκασθήκαμε η και λησμονήσαμε το βασικό μας λειτούργημα και τον πρωταρχικό μας σκοπό, που δεν είναι άλλος από τή σωτηρία του χριστεπωνύμου πληρώματος δια του θεαρέστου έργου της αρμόζουσας ποιμαντικής μέριμνας και της πνευματικής διακονίας. Κινητήρια δύναμή μας αποτέλεσε η πίστη και η ολοκληρωτική αφοσίωσή μας στον Σωτήρα των ανθρώπων και του κόσμου Κύριο ημών Ιησού Χριστό και η ακριβής εφαρμογή της πρώτης και μεγάλης εντολής Του, ήτοι η εντολή της Αγάπης, (Ματθ. 22,38) καθώς και η καλλιέργεια αγαπητικής σχέσεως προς κάθε άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί ζώσα εικόνα του ζώντος Θεού, άνευ διακρίσεως φυλής, φύλου, ηλικίας,

κοινωνικής η άλλης καταστάσεως, αφού «ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ» .

Για την αντιμετώπιση της πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσεως που αντιμετωπίζει η χώρα μας περί τα δέκα και πλέον έτη, θέσαμε ως κύριο στόχο όχι την καταπολέμηση της φτώχειας, αλλά την θωράκιση της συχνά απειλουμένης κοινωνικής συνοχής και ενσκύψαμε με ευαγγελική ταπείνωση στον τραυματισμένο πνευματικά, ψυχικά και κοινωνικά άνθρωπο, προσπαθώντας να κρατήσουμε άσβεστη τη φλόγα της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο.

Στα πλαίσια αυτά, βασική επιδιώξή μας υπήρξε η κανονική και απρόσκοπτη λειτουργία του Συνοδικού συστήματος η στο μέτρο δυνατού, αποτροπή των όποιων εντάσεων, αναταραχών η και διχογνωμιών, πρακτική για την οποία απαιτήθηκαν αναρίθμητες θυσίες και πολλοί κόποι. Τα λέγω αυτά διότι δεν είναι λίγες οι φορές που γίναμε κατά καιρούς αυτήκοοι μάρτυρες ανυπόστατων χαρακτηρισμών και αβασίμων η ημιμαθών κατηγοριών περί απραξίας, περί απαθείας, περί αναμονής, περί παθητικότητος η ακόμη και περί αδιαφορίας. Ωστόσο, με γνώμονα πάντοτε τις αρχές της συλλογικότητος, του κοινού οφέλους και του μείζονος αγαθού της πνευματικής ενότητος της Αγίας Εκκλησίας μας ουδέποτε διαμαρτυρηθήκαμε, ουδέποτε απαντήσαμε, παρά μόνο τις υπομείναμε καρτερικά, προκειμένου η χάρις του Τριαδικού Θεού να αναδείξη το μεγαλείο και το θεοσύστατο της Εκκλησίας, η οποία στηρίζεται στη Συνοδικότητα και όχι βεβαίως στην αυθεντία του Προκαθημένου αυτής.

Επιτρέψτε μου να απευθύνω μία μεγάλη και ειλικρινή συγγνώμη από όλους όσους αισθάνονται ότι πλήγωσα η και αδίκησα. Για την συνέχεια του δύσκολου και κοπιαστικού αυτού έργου ζητώ ταπεινά την αγάπη σας και τις προσευχές Σας. Σας ομιλώ μέσα από την καρδιά μου και Σας διαβεβαιώ ξεκάθαρα ότι η προσκόλληση η και η εξάρτηση σε καρέκλες εξουσίας δεν κατέστη ποτέ αυτοσκοπός της ταπεινότητάς μου. Μοναδική μου επιδίωξη ήταν και είναι η εγκατάλειψη του «εγώ» και η ταπεινή διακονία του χριστεπωνύμου πληρώματος

και της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η κατά κόσμον καταξίωση και δόξα ουδέποτε απετέλεσε αυτοσκοπό της δεκαετούς πηδαλιουχίας μου.

Βεβαίως, δεν μπορώ να μην Σας εξομολογηθώ την έντονη και βαθιά αγωνία μου για το μέλλον της Εκκλησίας και της πατρίδος μας. Αυτό που πραγματικά χρειάζεται ο τόπος μας είναι η σύνεση και η ενότητα, χαρακτηριστικά που καλούμασθε πρωτίστως εμείς, ως Σύνοδος της Ιεραρχίας, να προβάλουμε, δείχνοντας αλληλοσεβασμό και διάθεση αρμονικής συνεργασίας. Αυτό απαιτεί από εμάς τώρα η πατρίδα μας, αυτό απαιτούν οι παρούσες εθνικές, πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Ας θέσουμε λοιπόν κατά μέρος όλοι μας τις προσωπικές μας επιδιώξεις και τα ατομικά κίνητρα και ας πρυτανεύσει μεταξύ μας η εν Χριστώ αγάπη και η εν αγίω Πνεύματι συναλληλία.