You are currently viewing Χαριστήριος αἶνος στήν Κυρία Θεοτόκο «Ἄξιόν ἐστιν»

Χαριστήριος αἶνος στήν Κυρία Θεοτόκο «Ἄξιόν ἐστιν»

  • Reading time:1 mins read

Τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων κατά τήν ὁποία συνέπεσε νά ἑορτάζει καί ὁ ναός τῆς Παναγίας τῆς ἐπονομαζομένης «Ἄξιόν ἐστιν» στήν Ἀξιούπολη, ὁ Σεβασμιώτατος ἀναφέρθηκε δι’ ὀλίγων «…σέ ἐκείνους πού οὐράνωσαν τόν πλανήτη μας καί ἀποτελοῦν πηγήν ἐμπνεὐσεως γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν ὀρθοπραξία. Εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔδωκαν τήν καλήν ὁμολογία καί τήν μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν». Ὁπλίσθηκαν μέ τήν παντοδυναμία Του γιά νά ἀνταπεξέλθουν νικηφόρα στά τεχνάσματα «τοῦ ἀπ’ ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνου διαβόλου». Εἶναι ἐκεῖνοι πού ὁπλίσθηκαν μέ τήν παντοδυναμία τοῦ Θεανθρώπου, δίδοντας παντοῦ καί πάντα «τήν καλήν ὁμολογία καί τήν μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ» «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν». Δέν ἔγιναν ὑπεράνθρωποι ἀλλά ἀνακαίνισαν στήν ὕπαρξή τους «τίς μορφές τῆς εἰκόνος τοῦ Θεανθρώπου». Ἀγωνίσθηκαν μέ τήν χάρη καί τό ἔλεός Του, «εἴτε διά ζωῆς, εἴτε διά θανάτου», ἀκολουθῶντας «τό ἐσφαγμένο Ἀρνίο ὅπου καί ἄν ὑπάγῃ» (Ἁποκ. 14, 4). Καί ὅπως πάντοτε συμβαίνει, οἱ ἀκόλουθοι τοῦ Χριστοῦ συσταυρώνονται μέ Αὐτόν «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος» (Ἑβρ. 11, 38). Δέν παρέλειψε ὡσαύτως νά ἀναφερθεῖ καί στούς Ἀποστόλους Βαρθολομαῖο καί Βαρνάβα, οἱ ὁποῖοι ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων ἐξῆλθον νικηταί, «οἱ δέ πολεμηθέντες ἐνίκησαν καί οἱ πολεμήσαντες ἀνῃρέθησαν. Τά πρόβατα τῶν λύκων περιεγένοντο» (ἱερός Χρυσόστομος). διότι ὁ Ἀρχηγός καί Τελειωτής τῆς πίστεώς μας εἶναι ὁ αἰωνίως νικῶν. Τά κύματα τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιφορῶν διαλύονται καί μετασχηματίζονται εἰς ἀφρόν, ἐπιπίπτοντας μανιωδῶς ἐπί τῆς πέτρας, ἡ δέ πέτρα εἶναι ὁ Χριστός (Α΄ Κορ. 10, 4). Στά πρόσωπα τῶν πιστῶν ἀνά τούς αἰῶνας ἀντικατοπτρίζεται ὁ Παντοκράτωρ Κύριος. Τέτοιο ἁπτό δεῖγμα στόν αἰῶνα μας ἀποτελεῖ ἡ ἐξαίσια μορφή καί ἡ ὑπέροχη προσωπικότητα τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Λουκᾶ, Ἐπισκόπου Συμφερουπόλεως, τοῦ θαυματουργοῦ, πού διῆλθε διά πυρός καί σιδήρου, δίδοντας πάντοτε τό εὐεργετικό παρόν σ’ ἐκείνους πού ταλανίζονταν ἀπό τίς ἀνάγκες καί τίς περιστάσεις στά δύσκολα χρόνια τῶν συγχρόνων διωγμῶν.

«Στό ἐρώτημα ποῦ εἶναι ὁ Χριστός ὅταν οἱ χριστιανοί πάσχουν, ἡ ἀπάντηση εἶναι: ὁ πανταχοῦ παρών Κύριος προσμετρᾶ τήν ὁμολογία καί τήν μαρτυρία καί ἐπιδοτεῖ τό ἄθλημά τους στήν χαρισματική διάσταση τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ὅλη ἡ χορεία τῶν Ἁγίων Πάντων, ὁ καθένας χωριστά καί ὅλοι μαζί, εὐεργετήθηκαν πλουσιοπάροχα ὄχι μόνον μέ τήν αἰώνια ζωή ἀλλά καί μέ τό «περισσόν» αὐτῆς (Ἰω. 10, 10), διότι τά κατορθώματα τοῦ βίου τους ἐγένοντο «οὐ κατά ἀκολουθίαν τῶν πραγμάτων, ἀλλ’ ὑπέρ φύσιν καί ἀκολουθίαν…» (ἱ. Χρυσόστομος).»

Ὅσον ἀφορᾶ τό πρόσωπο τῆς προεξάρχουσας μορφῆς τῆς Κυρίας Θεοτόκου ἀξιοχρέως καί χαριστηρίως ὁ οἰκεῖος Ποιμενάρχης προσέθεσε:

«Ὅταν ἀκοῦμε τόν ὡραιότατο ὕμνο κάθε Παρασκευή στούς Χαιρετισμούς «Τήν ὡραιότητα τῆς Παρθενίας σου καί τό ὑπέρλαμπρον τό τῆς ἁγνείας σου…», συνήθως μᾶς προσελκύει ἡ ἀκουστική ἀρμονία τῆς ψαλμωδίας πού εἶναι ἐξαιρετικά ἡδύμολπη, δέν ἐμβαθύνουμε ὅμως στό μέτρο πού πρέπει στό οὐσιαστικό περιεχόμενό του. Ἡ συναισθηματική καί μόνο προσέγγιση ἀπομειώνει τήν θεολογική ἀξία τοῦ ὕμνου. Ἐμβαθύνοντας στόν ὕμνο, παραδεχόμαστε μέ σεβασμό τό πρόσωπο τῆς Παναγίας μας, ὡς Πάναγνης καί Ἀειπαρθένου, ὡς κάτι τό ἐξαιρετικό καί μοναδικό, ὡς θαῦμα θαυμάτων. Καί ὄντως ὑπῆρξε θαῦμα θαυμάτων ἡ Ἀειπαρθενία, τό ὅτι ἐγέννησε τόν Σωτήρα ὡς Ἄνθρωπο ἀσπόρως, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, αὐτό εἶναι τό θαῦμα θαυμάτων. Διότι ἐγέννησε χωρίς σπορά ἀνδρός, καί παρά τήν γέννηση παρέμεινε ἄφθορος ἡ παρθενία Της.

«“Ἡ ὡραιότης τῆς Παρθενίας καί τό ὑπέρλαμπρον τό τῆς Ἁγνείας… τῆς Κεχαριτωμένης” παραμένουν πανευώδη ἀκοίμητα ἄνθη, ὄχι “ἀτομικότητος”, ἀλλά κοινωνούμενα, δηλαδή μέ μιάν ἀειπαρθενική ἀκτινοβολία θείας εὐωδίας, θείου γλυκασμοῦ, θείου ἁγιασμοῦ, θείας ζωῆς, θείας συμφιλιώσεως καί καταλλαγῆς, θείας ἀποκαταστάσεως καί ἀποθεραπείας σέ ὅσους ἀποζητοῦν τήν “καταλλαγή πρός τόν Θεό”.

«Γιά ὅσους διαθέτουν τήν ἀθωότητα τῶν παιδιῶν καί τήν θεολογική ἐμπειρία τῶν ἁγίων, γιά ὅσους (ἔστω) μέ ἁπλότητα μαθητεύουν στήν ἐμπειρία τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκογένειας, τά πανέμορφα λουλούδια τῆς Θεομητορικῆς εἰκόνος πρός στιγμήν γίνονται ἀθέατα, ἀφανῆ, ἄχρωμα, ἐξαιρετικῶς εὐτελῆ, ἐμπρός στήν ἅγια Πνευματοφόρο ἀνθοφορία τῶν δωρεῶν τῆς παρουσίας καί τῆς εὐλογίας τῆς Παναγίας.

«Ἡ Παναγία ἡ ἐπονομαζομένη ἐκ τοῦ Ἀρχαγγέλου τό πρῶτον «Ἄξιόν ἐστι» εἶναι θεοστεφανωμένη μέ τήν ἅγια Χάρη τοῦ Χριστοῦ μας, τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Της καί Θεοῦ μας. Εἶναι θεοστολισμένη μέ τίς ἅγιες Δωρεές τοῦ Παρακλήτου.

«Ὄχι πώς δέν χρειάζονται τά ἄνθη καί τό ἔλαιον, τῆς ἀθώας δωροφορίας μας. Μά πάνω κι ἀπό αὐτά καί πέρα ἀπό αὐτά προέχει ἡ διάθεση: “τά σά ἐκ τῶν σῶν”.

«Βαστάζει τόν Χριστό, συνήθως σέ μιά στάση “γλυκοφιλούσης τόν Υἱό καί Θεό Της” (ὅπως εἶναι τό Ἄξιόν Ἐστιν τοῦ Πρωτάτου καί τό δικό μας ἐδῶ ἀντίγραφο, ἀλλά καί ἡ Γλυκοφιλοῦσα τῆς Μονῆς Φιλοθέου). Τί θέλει νά δείξει αὐτή ἡ γλυκοφιλοῦσα στάση; Ὅτι ἡ Παναγία εἶναι σέ διαρκή κοινωνία ὁλοδοσίας πρός τόν Υἱό καί Θεό Της. Καί ὅτι ὁ Υἱός καί Θεός Της εἶναι σέ διαρκή κοινωνία μέ τήν Παναγία Μητέρα Του. Ἐδῶ ἔχουμε τήν Χριστολογική οὐσία τῆς Παναγίας. Εἶναι μιά ζωγραφική ἀπεικόνιση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, συνοψισμένη στή μορφή καί στή διακονία καί στήν ὑπακοή καί στήν ταπείνωση τῆς Παναγίας Μαριάμ (αὐτοῦ τοῦ ἐπώνυμου ἱστορικοῦ μητρικοῦ προσώπου πού θέλησε νά ζήσει ὡς Μητέρα τοῦ Κυρίου, μέ τίς διώξεις, μέ τή δίστομη ρομφαία τοῦ Σταυροῦ, μέ τόν προσωρινό χωρισμό Του).

«εἶναι ἡ Δέσποινά μας—εἴμαστε οἱ δοῦλοι τῆς ἀγάπης Της.

«εἶναι ἡ Βασίλισσα τῶν Ἀγγέλων―ἐναρμονίζουμε τήν ψυχή μας στόν ἀρχαγγελικό ὕμνο: «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν Σε, τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν». Συντονίζοντες τόν νοῦν καί τήν καρδιά μας στή συχνότητα τῆς αἰωνιότητος, ἑλκύουμε μυστικῶς τήν δρόσο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί συναισθανόμαστε πλουσιοπάροχα τόν γλυκασμό τῆς ὄντως ζωῆς, τῆς ἄνω Ἱερουσαλήμ.

«Ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ μας, γνωρίζοντας τήν προαίρεσή μας, νοερά, μυστικά, ἁγιοπνευματικά, μᾶς προσκάλεσε στήν ἑόρτια σύναξή Της!

«Εἶναι ἡ ἴδια ἡ Παναγία μας –κατά τό ἕνα θέλημα τῆς Ἁγίας Τριάδος– ὅτι μᾶς προσκαλεῖ νά Τήν εὐλαβούμεθα, νά Τήν ἐνθυμούμεθα, νά Τήν ἐπικαλούμεθα, νά Τήν “προσάγουμε” μεσίτρια λυτρώσεως ἀπό τά βάσανα, μεσίτρια δωρημάτων χαρᾶς, μεσίτρια μετανοίας καί συγχωρήσεως. Νοερά καί Πνευματικά (ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ) ἡ Παναγία μᾶς προσκαλεῖ, ὥστε νά Τήν εὐλαβούμεθα τόσο πολύ. Γιατί Ἐκείνη μᾶς θέλει, νά μᾶς ὁδηγεῖ ὁλοένα καί τελειότερα στήν “κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος” καί δι᾽ Αὐτοῦ στή “θεία κοινωνία τοῦ Υἱοῦ Της καί Θεοῦ Της”.

«Τήν δοξολογοῦμε χρεωστικῶς καί ὀφειλετικῶς καί Τήν εὐχαριστοῦμε γι᾽ αὐτό τό μοναδικό δῶρο τῆς νέας ὕπαρξης καί τῆς χαριτωμένης ζωῆς καί τῆς ἅγιας σωτηρίας, πού μᾶς χαρίζει ὁ Υἱός Της νά τό γευόμαστε διά τῶν πρεσβειῶν Της. Ἀμήν.»

[Γραφείο Τύπου της Ιεράς Μητροπόλεως Γουμενίσσης]