You are currently viewing Τό Ψυχοσσάββατο πρό τῆς Ἀπόκρεω.

Τό Ψυχοσσάββατο πρό τῆς Ἀπόκρεω.

  • Reading time:1 mins read

Μητροπολίτου Φαναρίου Ἀγαθαγγέλου
Γενικοῦ Διευθυντοῦ τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

 

Τήν παραμονή τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σέ μιά παγκόσμια ἀνάμνηση ὅλων “τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσε-βῶς, ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου”. Αὐτή πραγματικά εἶναι ἡ μεγάλη ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν ὁποία προσευχόμαστε γιά τά κοι-μηθέντα μέλη της. Γιά νά καταλάβουμε τό νόημα πού ὑπάρχει στή σχέ-ση τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί τῆς προσευχῆς γιά τούς κοιμηθέντες θά πρέπει νά θυμηθοῦμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἡ θρησκεία τῆς ἀγά-πης.

Ἡ νέα ζωή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός καί πού μεταβιβάζεται σέ μᾶς διά τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα μιά ζωή συνδιαλλαγῆς, “συ-ναγωγῆς εἰς ἑνότητα ὅλων τῶν διεσκορπισμένων”, ἡ ἀποκατάσταση τῆς θραυσμένης ἀπό τήν ἁμαρτία ἀγάπης. Ἀλλά πῶς εἶναι δυνατό ν’ ἀρχί-σουμε ποτέ τήν ἐπιστροφή μας στό Θεό καί τή συμφιλίωσή μας μ’ Αὐ-τόν, ἄν ἀπό μέσα μας δέν ξαναγυρίσουμε στή μοναδική καινή ἐντολή τῆς ἀγάπης; Ζητᾶμε ἀπό τό Θεό νά θυμηθεῖ αὐτούς πού καί μεῖς θυμό-μαστε καί τούς θυμόμαστε ἀκριβῶς γιατί τούς ἀγαπᾶμε. Προσευχόμε-νοι γι’ αὐτούς τούς συναντᾶμε ἐν Χριστῷ, ὁ ὁποῖος Ἀγάπη ἐστίν καί πού – ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι ἀγάπη – ξεπερνάει τό θάνατο πού εἶναι ἡ τελική νίκη τοῦ χωρισμοῦ καί τῆς ἔλλειψης τῆς ἀγάπης. Μέσα στό Χριστό δέν ὑπάρχουν ζωντανοί καί πεθαμένοι γιατί ὅλοι εἶναι ζῶντες ἐν Χριστῷ. Αὐτός εἶναι ἡ ζωή καί αὐτή ἡ Ζωή εἶναι τό φῶς τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγαπώ-ντας τό Χριστό ἀγαπᾶμε ὅλους ἐκείνους πού βρίσκονται ἐν Αὐτῷ.

Ποιό εἶναι τό νόημα τῶν προσευχῶν μας γιά τούς νεκρούς; Μή-πως ζητοῦμε ἀπό τό Θεό νά κάνει κάποια ἀδικία; Βεβαίως ὄχι. Μέ τήν προσευχή μας ἀποδεικνύουμε ὅτι οἱ νεκροί δέν ἔζησαν μάταια. Μαρτυ-ροῦμε, ὅτι μαζί μέ τά πολλά λάθη πού ἔκαμαν στή ζωή τους, βοήθησαν νά φυτευτεῖ ὁ σπόρος τῆς ἀγάπης. Προσευχόμαστε γι’ αὐτούς μέ ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη καί θυμόμαστε τήν παρουσία τους ἀνάμεσά μας. Ἡ προσευχή μας γι’ αὐτούς πρέπει νά στηρίζεται καί ἀπό τίς πράξεις μας. Ἐάν στή ζωή μας δέν καρποφορεῖ ὁ σπόρος πού αὐτοί ἔσπειραν μέσα μας, τότε οἱ προσευχές μας γι’ αὐτούς θά’ ναι ἀληθινά ἀδύναμες.

Πρέπει νἄμαστε σέ θέση νά λέμε: “Κοίταξε, Χριστέ μου, αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔζησε καί μ’ ἔκανε νά τόν ἀγαπήσω, μοὔδωσε παραδείγματα

ν’ ἀκολουθήσω καί τ’ ἀκολουθῶ”. Καί θἄρθει ἡ μέρα πού θά μποροῦμε νά λέμε: “Ὅ,τι καλό βλέπεις στή ζωή μου δέν εἶναι δικό μου. Ἐκεῖνος μοῦ τὄδωσε, πάρε το καί ἄς εἶναι αὐτό προσφορά στήν αἰώνια μνήμη του, καί ἴσως-ἴσως στή συγχώρεσή του”.

Ἡ ζωή τοῦ καθενός μας δέν λήγει μέ τόν θάνατό μας πάνω στή γῆ καί τή γέννησή μας στόν ἄλλο κόσμο. Ἡ παρουσία μας σφραγίζει ὅποιον συναντήσουμε. Αὐτή ἡ εὐθύνη συνεχίζεται καί μετά θάνατον κι ἔτσι οἱ ζωντανοί συνδέονται μέ τούς νεκρούς γιά τούς ὁποίους καί προσεύχο-νται. Γιά τούς νεκρούς ἐμεῖς οἱ ζωντανοί δέν ἀνήκουμε πλήρως σ’ αὐτό τόν κόσμο· γιά μᾶς οἱ νεκροί ἀνήκουν ἀκόμη στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπό-τητας. Ἡ προσευχή μας γι’ αὐτούς εἶναι οὐσιαστική γιατί ἐκφράζει τήν πληρότητα τῆς κοινῆς μας ζωῆς.

«Μνήσθητι Κύριε τῶν ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου κεκοι-μημένων πατέρων καί ἀδελφῶν ἡμῶν, καί πάντων τῶν ἐν εὐσεβείᾳ καί πίστει τελειωθέντων, καί συγχώρησον αὐτοῖς πᾶν πλημμέλημα ἑκούσιόν τε καί ἀκούσιον, ἐν λόγῳ, ἤ ἔργῳ, ἤ κατά διάνοιαν πλημμεληθέν ὑπ’ αὐ-τήν.

Καί κατασκήνωσον αὐτούς ἐν τόποις φωτεινοῖς, ἐν τόποις χλοε-ροῖς, ἐν τόποις ἀναψύξεως, ἔνθα ἀπέδρα λύπη, πᾶσα ὀδύνη, καί στενα-γμός, ὅπου ἡ ἐπισκοπή τοῦ ποσώπου σου εὐφραίνει πάντας τούς ἀπ’ αἰ-ῶνος Ἁγίους σου.

Χάρισαι αὐτοῖς τήν Βασιλείαν σου, καί τήν μέθεξιν τῶν ἀφράστων καί αἰωνίων σου ἀγαθῶν, καί τῆς σῆς ἀπεράντου καί μακαρίας ζωῆς τήν ἀπόλαυσιν»