You are currently viewing Ο Δράμας Παύλος : ένας φλογερός και διαπρύσιος κήρυκας  της ιστορίας και του ελληνορθόδοξου πολιτισμού του Πόντου, που ακούραστα μεταλαμπάδευε στις καρδιές των νέων με σκοπό την εθνική τους αφύπνιση.
Ο Μακαριστός Παύλος την ημέρα της εκλογής του με τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο.

Ο Δράμας Παύλος : ένας φλογερός και διαπρύσιος κήρυκας της ιστορίας και του ελληνορθόδοξου πολιτισμού του Πόντου, που ακούραστα μεταλαμπάδευε στις καρδιές των νέων με σκοπό την εθνική τους αφύπνιση.

  • Reading time:1 mins read

🔹Του Σεβ. Μητροπολίτου Βρεσθένης κ.Θεοκλήτου 

 

«Ευάρεστος τω Θεώ γενόμενος ηγαπήθη και ζων μεταξύ αμαρτωλών μετετέθη- ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, ή δόλος απατήση ψυχήν αυτού… Τελειωθείς εν όλίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς· αρεστή γαρ ην ή ψυχή αυτού…» (Σοφία Σολ. δ’ 10).

Τα ποιητικά και πνευματικά αυτά λόγια έρχονται στο νου μου αναστoχαζόμενος την αιφνίδια εις Κύριον μετάσταση, λίγες μέρες πριν, του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας κυρού Παύλου. Όλοι εμείς που τον γνωρίσαμε από κοντά, αισθανόμαστε βαθιά μέσα μας την απουσία μιας μεγάλης και εμβληματικής εκκλησιαστικής προσωπικότητας που αναμφισβήτητα συνέδεσε το όνομά της με την αλησμόνητη πατρίδα του Πόντου, καθώς καταγόταν από τα αγιασμένα και αιματοβαμμένα χώματα της γης αυτής, και διετέλεσε διά δεκατρία έτη Καθηγούμενος της νέας Ιεράς Μονής Σουμελά στο Βέρμιο προ της εκλογής του σε Αρχιερέα και της επάξιας αναδείξεώς του Ποιμενάρχη της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας.

Συγχρόνως, σε ολόκληρη τη σύντομη ζωή του υπήρξε φλογερός και διαπρύσιος κήρυκας της ιστορίας και του ελληνορθόδοξου πολιτισμού τής ένδοξης αυτής περιοχής, που ακούραστα μεταλαμπάδευε στις καρδιές των νέων με σκοπό την εθνική τους αφύπνιση και εγρήγορση, ώστε να πορευθούν στο μέλλον με τα πνευματικά εφόδια της πίστεως στο Χριστό, της ένθερμης αγάπης προς την πατρίδα και των αιώνιων, μοναδικών πνευματικών αξιών και ιδανικών της Ανατολίας.

Παράλληλα ανέπτυξε αθόρυβα, επίμονα και σταθερά μια αξιοσημείωτη και πολύτιμη εθνική δράση, που για πολλούς είναι ακόμα άγνωστη. Υπήρξε ο Ιεράρχης όλων των Ποντίων. Ως γνήσιος και υπερήφανος γόνος της ηρωικής Ποντιακής γης στάθηκε υπέρμαχος, ένθερμος συμπαραστάτης και αρωγός στις διεκδικήσεις και τα δίκαια αιτήματα του Ποντιακού Ελληνισμού, αλλά και της Μακεδονίας. Ιδιαιτέρως αγωνίστηκε για την αναγνώριση της ποντιακής γενοκτονίας.

Τα χρόνια της καλλικάρπου και αγλαοκάρπου ποιμαντορίας του αγωνίστηκε σκληρά και επίμονα για την επιστροφή στο ιστορικό Μοναστήρι της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας των εκκλησιαστικών και ιστορικών θησαυρών που είχαν συλληθεί και αρπαχθεί την μελανή περίοδο της βουλγαρικής κατοχής.

Ο Θεός με ευλόγησε, ως Πρωτοσύγκελλος ακόμα της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος, να τον γνωρίσω για πρώτη φορά όταν ήλθε στο Βόλο, ως Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά για να συμμετάσχει στον εορτασμό των ονομαστηρίων του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου, τότε Μητροπολίτου Δημητριάδος, κυρού Χριστοδούλου. Το γεγονός αυτό έγινε η αφορμή να συνδεθούμε στενά ως φίλοι και αδελφοί εν Χριστώ, εγκαινιάζοντας μία τακτική επικοινωνία μεταξύ μας. Αποτέλεσμα της προσωπικής, φιλαδέλφου και ειλικρινούς αυτής πνευματικής φιλίας ήταν η μεταφορά της θαυματουργικής εικόνος της Παναγίας Σουμελά στην ενορία μας της Αναλήψεως του Σωτήρος το 1995 και αργότερα αποτμήματος Τιμίου Ξύλου στον Ιερό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου, προς προσκύνηση και ευλογία των πιστών, μετά από παράκλησή μας, με την ευλογία και έγκριση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας κ. Παντελεήμονος.

Αξίζει να μνημονευθεί ότι ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος εκτιμώντας την ολοκληρωτική αφοσίωσή του στην Εκκλησία, το απαράμιλλο ήθος του, την φλογερή αγάπη του για την Ελλάδα, την ειλικρίνεια, τις άριστες θεολογικές γνώσεις και τις διοικητικές του ικανότητες τον κάλεσε να κατέλθει στην Αθήνα για να αξιοποιηθεί στην Ιερά Σύνοδο. Εκείνος όμως, από την υπέρμετρη αγάπη του προς την Παναγία και το Μοναστήρι του, αρνήθηκε ευγενώς την πρόσκληση.

Όταν η Εκκλησία με κατέστησε Ποιμένα της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων το έτος 1999, η συνεργασία μας με τον μακαριστό Αρχιερέα Παύλο συνεχίστηκε αταλάντευτα και η φιλία μας απέκτησε ακόμη περισσότερο βαθιές πνευματικές ρίζες, εκφραζομένη από την μεταξύ μας φιλάδελφη αλληλοεκτίμηση, αγάπη εν Χριστώ, αλληλεγγύη και συναντίληψη. Ενθυμούμαι με συγκίνηση την άμεση ανταπόκρισή του στην πρόσκλησή μου και την αδελφική και θερμή συμπαράστασή του στα πρώτα εγκαίνια που τέλεσα ως νέος Αρχιερέας στο Προάστιο Καρδίτσας. Με την εμπειρία του με συνέτρεχε και με βοηθούσε, πάντοτε με διάκριση, σεβασμό και ευγένεια. Μάλιστα τα πρώτα αρχιερατικά μου χρόνια με προσκάλεσε να χοροστατήσω στους εορτασμούς της Παναγίας Σουμελά για να αντλήσω από την Εικόνα Της δύναμη ώστε να ανταποκριθώ με τη βοήθειά Της στη διακονία μου.

Η αδελφική αυτή φιλία όμως άντεξε και καρποφόρησε στο πέρασμα του χρόνου και μάλιστα στις τρικυμίες της ζωής μου. Είμαι ανεξοφλήτως ευγνώμων προς τον Μακαριστό κυρό Παύλο καθώς την περίοδο της δεκαεπτάχρονης δοκιμασίας και των πολύπλοκων δυσκολιών που αντιμετώπισα, μετά την άδικη παραίτησή μου, με στήριξε ηθικά και πνευματικά, ερχόμενος συγκηρυναίος στον προσωπικό μου Γολγοθά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα λόγια του, που επαναλάμβανε συχνά «Θεόκλητε δεν έπρεπε να παραιτηθείς. Ήταν λάθος, καθώς ουδέν μεμπτό έπραξες, αλλά η φιλοτιμία σου και η αγάπη σου για την Εκκλησία και τον Γέροντά σου σε οδήγησαν στην έξοδο». Κατά την διάρκεια των ετών αυτών δεν θα λησμονήσω ποτέ την καρδιακή του αγάπη, το άοκνο, ειλικρινές και άδολο ενδιαφέρον του, τις πνευματικές, αδελφικές του συμβουλές αλλά και τις εύστοχες παρατηρήσεις του, που με ανακούφιζαν πνευματικά και μου άνοιγαν το δρόμο ώστε με ελπίδα και αισιοδοξία να συνεχίσω τον πνευματικό μου αγώνα.

Ήταν άνθρωπος του Θεού, καλός και συνετός οπλίτης του Χριστού πράος και ειρηνικός, ευγενής και καλοκάγαθος, προσηνής και απλούς, ένας ανεπιτήδευτος Επίσκοπος. Συγχρόνως όμως ήταν άνδρας υπερήφανος, αγέρωχος, με σπάνια ευθυκρισία και ευθύτητα λόγων και έργων. Η επί γης παρουσία «απήστραπτεν ως φως» πηγαίο και θερμό, ως φως που κατεδείκνυε μια αγνότητα ψυχής και καθαρότητα συνειδήσεως.

Υπήρξε ακάματος εργάτης του θείου Λόγου και των έργων ευποιΐας. Επί της ευφήμου Αρχιερατείας του ανηγέρθησαν πολλοί ιεροί Ναοί, ανακαινίστηκαν Ιερές Μονές και λειτούργησαν φιλανθρωπικά ιδρύματα για την ανακούφιση του ανθρωπίνου πόνου.

Η βαθειά γνώση της θεολογίας και της ιστορίας του ελληνισμού συνυφασμένη με την άδολη αγάπη του για τον Χριστό και τον Άνθρωπο τον καθιστούσαν ένα πραγματικό κόσμημα της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, την οποία διακόνησε θυσιαστικώς, με υπακοή και ειλικρινή αφοσίωση, αλλά και της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας προς την οποία πάντοτε εξέφραζε την υιική αγάπη, την τιμή και τον σεβασμό του προς το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο.

Ο Αναστάς Κύριος τον κάλεσε κοντά Του. Λυπούμεθα ως αδελφοί και φίλοι του. Όμως παρηγορούμεθα στη σκέψη ότι επορεύθη στην Βασιλεία του Θεού.

Χριστός Ανέστη αγαπητέ μας πολύτιμε και πολυτίμητε Αδελφέ και συλλειτουργέ

Αιωνία η Μνήμη σου.