You are currently viewing ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΘΗΒΩΝ ΚΑΙ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ ΚΥΡΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΓΡΑΙΚΟΥ

ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΘΗΒΩΝ ΚΑΙ ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ ΚΥΡΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΓΡΑΙΚΟΥ

  • Reading time:1 mins read
Του Αρχιμ. Δοσιθέου Καστόρη
 

Ὁ  κατά κόσμον Νικόλαος Γραικός, γεννήθηκε στήν Ἀθήνα στίς 29 Δεκεμβρίου 1908 καί μεγάλωσε σέ μία λαϊκή γειτονιά τοῦ Πειραιᾶ. Ὑπῆρξε τό ὄγδοο παιδί μιᾶς ὑπερπολύτεκνης οἰκογένειας.

Ἀρτοποιός ὁ πατέρας του, ἡπειρώτης γάρ, καί κυκλαδίτικης καταγωγῆς  ἡ μητέρα του, στάθηκαν ἀσφαλῶς ὑποδείγματα τίμιας βιοπάλης στά δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια τῶν πολέμων καί τῆς γενικευμένης ἀνέχειας.

Οἱ περιστάσεις ἀνάγκασαν τό μικρό Νικολάκη νά ριχτεῖ καί αὐτός στή βιοπάλη σάν «μικρός» γιά θελήματα σέ κατάστημα τοῦ Πειραιᾶ ἤδη ἀπό τήν ἡλικία τῶν ὀκτώ ἐτῶν.

Ἡ συνεχής ἀπασχόληση ὡς ὑπαλλήλου σέ πολλά καταστήματα τοῦ Πειραιῶς, ἀλληλοδιαδόχως, τόν ἐμπόδισε νά φοιτήσει σέ κανονικό ἡμερήσιο σχολεῖο καί γι’ αὐτό τελείωσε Νυκτερινό Δημοτικό καί στή συνέχεια Μέση Νυκτερινή Ἐμπορική Σχολή, ὅπου ἔμαθε τέλεια τά λογιστικά.

Μετά τήν ἐκπλήρωση τῶν στρατιωτικῶν του ὑποχρεώσεων ὠς ναύτης στό θωρηκτό Ἀβέρωφ, κάτι πού μᾶς ἀνέφερε συχνά, ἐργάστηκε σάν λογιστής.

Ὡς ἐργαζόμενος νέος δέν περιορίσθηκε στόν ἀπλό βιοπορισμό, ἐκδήλωσε παράλληλα πνευματικές ἀνησυχίες καί φιλανθρωπικές κοινωνικές εὐαισθησίες.

Σχετίσθηκε μέ τό περιβάλλον τῆς Ἀδελφότητας «ΖΩΗ» πού τότε μεσουρανοῦσε καί ἦταν σέ ἀκμή καί ἄνοδο, καί ἐπιδόθηκε στήν κατήχηση τῶν παιδιῶν καί τήν ἀνακούφιση τῶν ἀναξιοπαθοὺντων, δύσκολα χρόνια γάρ.

Ἀπό τό στόμα τοῦ προϊσταμένου τῆς «Ζωῆς» τοῦ σπουδαίου ἱεροκήρυκα τοῦ Μητροπολικοῦ Ναοῦ Ἀθηνῶν , ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Σεραφείμ Παπακώστα, ἄκουσε μέ ἔκπληξη, λαχτάρα καί ἱκανοποίηση, ὅτι τόν εἶχαν προκρίνει γιά τό μέγα τῆς ἱερωσύνης ὑπούργημα.

Μέ τήν βοήθεια καί πνευματική καθοδήγηση τοῦ π. Σεραφείμ Παπακώστα, ἄρχισε ἡ προετοιμασία καί μεθόδευση.

Ἔτσι μέσα στό ἔτος 1940 ἐκάρη μοναχός στήν Μονή Παναγίας Ξενιᾶς στόν Ἀλμυρό τοῦ Βόλου.

Τόν Ἰούλιο τοῦ 1940, ἀνήμερα τῆς Ἁγίας ὁσιοπαρθενομάρτυρος Παρασκευῆς, ἔλαβε τον πρῶτο βαθμό τῆς ἱερωσύνης στόν φερώνυμο Ναό Ἁγίας  Παρασκευῆς Μπαξέ Βόλου.

Ὅταν ἐπέστρεψε στήν Ἀθήνα παρουσίασαν τό νεαρό διάκονο στόν Ἀρχιεπίσκοπο Χρύσανθο, τόν ἀπό Τραπεζοῦντος, ὁ ὁποῖος μένοντας ἱκανοποιημένος ἀπό τήν πνευματική του συγκροτήση, τό ζῆλο, τή σεμνότητα καί τό ἦθος, δρομολόγησε τήν εἰς πρεσβύτερον χειροτονία του.

Σέ λίγο ὁ Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος κάλεσε στό γραφεῖο του τόν εὐλαβέστατο ἱεροδιάκονο Νικόδημο γιά νά τοῦ ἀναγγείλει τήν ἐντός δύο ἡμερῶν χειροτονία του εἰς πρεσβύτερον ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Βρεσθένης Γερμανό, τῇ ἐντολῇ βεβαίως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. «Πραγματική βόμβα ἔπεσε πάνω μου» ἔλεγε, ὑπονοώντας τή συναίσθηση τῆς εὐθύνης γιά τήν ἀποστολή τοῦ ἱερέως στόν κόσμο.

Στίς εὔλογες ἐνστάσεις του καί ἐπιφυλάξεις γιά τό «ἀνέτοιμον», ὁ πνευματικός τοῦ συνέστησε πλήρη ὑπακοή στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι στίς 12 Σεπτμεβρίου τοῦ 1940 ὁ διάκονος Νικόδημος χειροτονεῖται πρεσβύτερος στό μικρό ναό τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς, ναό μοναστηριοῦ τῆς ἀρχόντισσας τῆς Ἀθήνας ἁγίας Φιλοθέης.

Ὁ διορισμός του ἦταν ἡ δεύτερη βόμβα ὅπως χαρακτηρικά τόνιζε. Ἐνῶ περίμενε ὅτι θά τό στείλουν σέ μια μικρή ἐνορία, ἐνδεχομένως σέ χωριό, ἔκπληκτος ἄκουσε ἀπό τόν Πρωτοσύγκελλο ὅτι διορίζεται στή Μητρόπολη Ἀθηνῶν. Χωρίς νά τό συζητήσει, χωρίς νά τό ἐπιδιώξει, χωρίς κἄν νά τό φαντασθεῖ. Ἐκεῖ διακόνησε ὠς ἐφημέριος, σκευοφύλαξ καί πνευματικός ἐπί εἴκοσι ἑπτά χρόνια.

Ὡς διακριτικός πνευματικός καί ἐχέμυθος ἐξομολόγος ἄφησε ἐποχή στήν Ἀθήνα, ὑπηρετώντας μέ ζῆλο, ὑπομονή καί ὑπευθυνότητα τό μυστήριο τῆς μετανοίας.

Μέ τήν παρακίνηση τῶν ὑπευθύνων τῆς «Ζωῆς» ἔλαβε καί τό πτυχίο τῆς Θεολογικῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ὑπηρέτησε, ἐπίσης γιά τρία χρόνια ὡς στρατιωτικός ἱερεύς μέ τόν βαθμό τοῦ ἀντισυνταγματάρχου, ὡφελώντας πολλές ἔνστολες ψυχές.

Ἡ συνεπής καί ἀθόρυβη ἱερατική διακονία, ὁ θερμός ζῆλος, ἡ ἐπίγνωση τῆς ποιμαντικῆς εὐθύνης, τά προτερήματα του πού ἦταν ἴσως ἐλάχιστα ἐντυπωσιακά, ἀλλά πολύ οὐσιαστικά, φαίνεται ὅτι ἐκτιμήθηκαν δεόντως ἀπό τούς ἁρμοδίους καί ἔτσι στή ζωή τοῦ μακαριστοῦ ἱεράρχου ἔσκασε ἡ τρίτη βόμβα, «βόμβα πολλῶν μεγατόνων» σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ ἰδίου ἡ ἐκλογή του σέ Μητροπολίτη Θηβῶν καί Λεβαδείας. Αὐτό πού ἀπό μετριοφροσύνη δέν τόλμησε ποτέ νά φαντασθεῖ.

Τήν 1η Ἰουνίου 1967, Δεσποτική ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως, χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος ἀπό τόν φίλο του Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Ἱερώνυμο Α΄ τόν Κοτσώνη στό Μητροπολιτικό Ναό πού τόσο φιλότιμα εἶχε ὑπηρετήσει. Μετά τήν ἐνθρόνιση στήν ἔδρα τῆς λαχούσης αὐτῷ Μητροπόλεως, τήν πόλη τῆς Λεβαδείας, ἄρχισε ἀμέσως ἡ ποιμαντική μέριμνα καί σοβαρή ἐργασία.

Οἱ Βοιωτοί κατάλαβαν ἀπό τίς πρῶτες ἡμέρες ὅτι ἔχουν πραγματικό Ἐπίσκοπο πού περιόδευε καί στά πιό μικρά χωριά γιά νά σχηματίσει προσωπική γνώμη γιά τήν ὑπάρχουσα τότε κατάσταση.

Ἀντιλαμβάνεται τήν ἀνάγκη νέων καί ἀξίων συνεργατῶν. Ὁ πρῶτος στενός συνεργάτης πού χειροτόνησε εἶναι ὁ μέχρι τότε ἐκπαιδευτικός Ἰωάννης Τριάντης, σήμερα Μητροπολίτης Βερατίου, Αὐλῶνος καί Κανίνης κ. Ἰγνάτιος. Ὁ δεύτερος ἕνας φέρελπις νέος ἀπό τά Οἰνόφυτα, ὀνόματι Ἰωάννης Λιάπης, μετέπειτα Ιερώνυμος , βοηθός τοῦ Καθηγητοῦ Ὀρλάνδου, πολλά ὑποσχόμενος στήν ἐπιστήμη τῆς βυζαντινῆς ἀρχαιολογίας, θυσίασε μία προδιαγραφόμενη λαμπρή ἀκαδημαϊκή καριέρα. Διορίσθηκε ἄμεσα πρωτοσύγκελος καί ἀπέβη ὁ ἱθύνων νοῦς καί ἡ κινητήριος δύναμις τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας.

Μέ ἕνα ἄριστο ἐπιτελεῖο συνεργατῶν γιά τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς ὀργανώνεται μεθοδικά ἡ διοικητική διάρθρωση καί ἡ πνευματική διακονία τῆς Μητροπόλεως, ἐνῶ ἀναστηλώνονται καί ἐπανδρώνονται μέ ἀξιόλογους μοναχούς καί μοναχές μοναστήρια πού μέχρι τότε ἦταν ἐρείπια παλαιοῦ μεγαλείου.

Ἡ μοναστική ἀναγένηση πού γνωρίζουμε στή Βοιωτία ἔχει τίς ρίζες της καί τά θεμέλια της στό ὅραμα καί  πρόγραμμα τοῦ ἐμπράκτως ἀποδειχθέντος φιλομονάχου Ἐπισκόπου Νικοδήμου. Ἐπιστατοῦσε ὁ ἴδιος στίς ἀναστηλωτικές ἐργασίες καί στίς νέες οἰκοδομές, δίνοντας λύση σέ τεχνικά προβλήματα καί προκαλώντας τό θαυμασμό τῶν εἰδικῶν.

Καί ἐνῶ ὁ ἀοίδιμος Μητροπολίτης ἐκλέισε τόν Ἐπισκοπικό θρόνο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ἐπί δεκατέσσερα συναπτά ἔτη, ἐπιδεικνύοντας σύνεση, ἀγάπη, αἴσθηση καθήκοντος, ἀξιομίμητο ζῆλο καί διάκριση καί μεριμνώντας γιά τή θεραπεία τῶν ἀναγκῶν τοῦ ποιμνίου του, ἐκφράζοντας ἔμπρακτα τήν πατρική του ἀγάπη πρός τά πνευματικά του παιδιά, ἀπό τά ὁποῖα εἰσέπραττε τήν δίκαιη εὐγνωμοσύνη καί ἀναγνώριση, ἔρριξε ὁ ἴδιος τήν τελευταία βόμβα στή ζωή του.

Ἀπεφάσισε, ἄν καί ἀκόμη εἶχε δυνάμεις καί ἀποθέματα προσφορᾶς, νά παρατηθεῖ ἀπό τήν θέση τοῦ Μητροπολίτου, μέ σκοπό νά τήν ἐπιδώσει στά ἱκανά χέρια τοῦ πνευματικοῦ του υἱοῦ Ἱερωνύμου, παρέχοντας του ἔτσι τήν εὐκαιρία νά ἀξιοποιήσει τά μεγάλα καί σπουδαῖα προσόντα, τά ὁποῖα τοῦ χάρισε ὁ Θεός. «Ὅ,τι ἔκανα ἦταν γιά τό συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας» δήλωνε λακωνικά σέ ὅσους ἐξέφραζαν τήν ἀπορία τους γιά τήν πρωτοφανῆ ἐνέργεια, πού ἀποτελεῖ σπάνιο καί ἀξιομίμητο παράδειγμα.

Ἀλλά καί σάν πρώην ἔθεσε ἑαυτόν στή διάθεση τῆς Ἐκκλησίας μή παραλείποντας νά ἀσκεῖ τά λειτουργικά του καθήκοντα καί νά προσφέρει τίς πολύτιμες συμβουλές καί ὑπηρεσίες του μέ διάκριση καί προθυμία στήν Τοπική Ἐκκλησία.

Τέλος ἀποσύρθηκε στή Μονή Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στή θέση Μαζαράκι τῆς ἐπαρχίας Θηβῶν ἐξυπηρετώντας ἀκόμη ὡς λειτουργός καί πνευματικός τήν ἀδελφότητα. Ἐκεῖ τόν βρῆκε τό κοινό γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους τέλος πλήρη ἡμερῶν καί ἔργων ἀγαθῶν στίς 15 Φεβρουαρίου 1996.

Ἐκεῖ κατά τήν ἐπιθυμία του βρίσκεται καί ὁ ἁπλός καί ἀπέριττος τάφος του μέ τό σταυρό τῆς θυσίας, τό ὄνομα καί τόν Κυριακό λόγο «Ἀγαπάτε Ἀλλήλους».

Ἡ διαθήκη του δέν ἀναφέρεται σέ ὑλικά πράγματα, εἶναι ἕνα ἁπλό κείμενο ἠθικοῦ καί πνευματικοῦ περιεχομένου πού ἀποπνέει ἄρωμα πίστεως, ἐλπίδος καί ἀγάπης μέ τήν προσδοκία τῆς ἀναστάσεως καί αἰωνίου ζωῆς, καταστάλαγμα ὑψηλῶν πνευματικῶν ἐμπειριῶν καί ὁσιακῶν ἐμβιώσεων.

Μια σπουδαία καί ἐξαιρετικά χαρακτηριστική πτυχή τῆς κοινωνικῆς καί ποιμαντικῆς διακονίας τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου, ἦταν ἡ μεγάλη καί πολύτιμη προσφορά του στήν κοινωνική μερίδα τῶν κωφαλάλων ἀδελφῶν μας. Ἤδη ἀπό τά νεανικά χρόνια τῆς κατηχητικῆς διακονίας εἶχε ἀντιληφθεῖ ὅτι οἱ κωφάλαλοι, ἦταν μιά ἐξαιρετικά παραμελημένη κοινωνική ὁμάδα.

Σ’ αὐτούς τούς ἐλαχιστούς ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ ὁ μακαριστός Νικόδημος Γραικός δόθηκε ὁλόψυχα. Ἔμαθε τή γλώσσα τῶν μνημοτεχνικῶν νευμάτων γιά νά ἐπικοινωνεῖ μαζί τους καλύτερα, ἔγινε κατηχητής τους, πνευματικός, λειτουργός τους, ἠθικός μά καί ὑλικός συμπαραστάτης τους.

Ὑπῆρξε ἱδρυτής καί Πρόεδρος τοῦ Σωματείου «Οἱ Φίλοι τῶν κωφῶν ὁ Προφήτης Ζαχαρίας» (Ἰούνιος 1963).  Ἐπί ἑξήντα περίπου χρόνια τό ἔργο του στόν τομέα τῆς συμπαράστασης τῶν κωφῶν ὑπῆρξε πρωτοποριακό, σχεδόν μοναδικό. Γι’ αὐτό ἄλλωστε ἔλαβε τόν τίτλο «ὁ Πατέρας τῶν κωφαλάλων» καί γιά τόν ὁποῖο εἰπώθηκε προσφυῶς ὅτι «προτίμησε ἀπό τήν βροντή τοῦ λόγου, τό μεγαλεῖο τῆς σιωπῆς».

Ὁ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλος, ὁ ὁποῖος διέκρινε ἕνα τέτοιο ἀξιομίμητο ἱερωμένο καί ὁ διακαής  πόθος του νά ὑπηρετεῖ πάντοτε τήν Ἐκκλησία καί τόν ἄνθρωπο πρός δόξαν Θεοῦ μαζί μέ τή σύνεση, τήν ἀνεξικακία, τήν ταπείνωση καί τήν δικαιοσύνη ἦταν τά ἀπαστράπτοντα κοσμήματα τοῦ χαρακτῆρος του.

*(Ὁμιλία τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου κ. Δοσιθέου Καστόρη κατά τήν τελετή τῶν ἀποκαλυπτηρίων τῆς προτομῆς τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Θηβῶν καί Λεβαδείας κυροῦ Νικοδήμου τοῦ Γραικοῦ στίς 19 Ὀκτωβρίου 2013).