You are currently viewing Η Ανωτάτη Εκκλησιατική Ακαδημία Αθηνών η σχολή με τη μεγαλύτερη αύξηση βάσης το 2022!

Η Ανωτάτη Εκκλησιατική Ακαδημία Αθηνών η σχολή με τη μεγαλύτερη αύξηση βάσης το 2022!

  • Reading time:1 mins read

Του π. Ηλία Μάκου

Η Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθηνών (Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών) είχε κατά το 2022 τη μεγαλύτερη αύξηση βάσης, η οποία εκτοξεύτηκε κατά 76,2 ποσοστιαίες μονάδες.

Από 8.753 μόρια, που ήταν το 2021, έφτασε στα 15.425 μόρια το 2022, δηλαδή 6.672 μόρια παραπάνω.

Αυτό δεν ήταν καθόλου τυχαίο και θα συνεχιστεί για τα επόμενα χρόνια.

Οι λόγοι είναι πολλοί, οι κυριότεροι, όμως, είναι ότι μετά την κατάργηση των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών σε Βελλά Ιωαννίνων και Θεσσαλονίκη έμεινε η μόνη στην ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ υπάρχει και της Κρήτης στη νησιωτική Ελλάδα.

Είναι αυτονόητο ότι όλο το βάρος των προτιμήσεων των νέων με εκκλησιαστικό ενδιαφέρον έπεσε στην Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθηνών.

Πέραν τούτου η συγκεκριμένη σχολή έχει πολύ υψηλό επίπεδο παροχής γνώσεων, εκλεκτούς καθηγητές με εμπειρία και συνεργάζεται και με θεολογικές σχολές του εξωτερικού, ενώ αναμένεται να αναβαθμιστεί ακόμη περισσότερο.

Συμβάλλει καθοριστικά στη μορφωτική ανύψωση του κλήρου, αλλά και των λαϊκών (ανδρών και γυναικών), που ασχολούνται με εκκλησιαστικές δράσεις (συντήρηση κειμηλίων).

Είναι μεγάλη η προσφορά της Ακαδημίας αυτής, καθώς αποτελεί, με το ποιοτικό ακαδημαϊκό προσωπικό, που διαθέτει, φυτώριο όχι μόνο εκλεκτών κληρικών, αλλά και χρήσιμων στελεχών της κοινωνίας σε διάφορους τομείς.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το διδακτικό προσωπικό της Σχολής αποτελούν οι Αθανάσιος Καψάλης, Πρόεδρος της ΑΕΑΑ, καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο “Γενική Εκκλησιαστική Ιστορία”, Μιχαήλ Μαντζανάς, καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο “Αρχαία Ελληνική & Βυζαντινή Φιλοσοφία”, Ανάργυρος Παπαρίδης, αναπληρωτής καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο “Χριστιανική και Βυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη”, πρωτ. π. Βασίλειος Θερμός, αναπληρωτής Καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο την Ποιμαντική, Κων/νος Καραγκούνης, αναπληρωτής καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο “Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική”, Αθανάσιος Παπαθανασίου, αναπληρωτής καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο “Ιεραποστολική. Διαπολιτισμική Χριστιανική Μαρτυρία και Διάλογος”, Δημήτριος Πασσάκος, επίκουρος καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο “Καινή Διαθήκη”, πρωτοπρ. π. Δημήτριος Κουτσούρης, επίκουρος καθηγητής με γνωστικό αντικείμενο “Εκκλησιαστική Γραμματεία”, Βασιλική Μαυροσκά, επίκουρη καθηγήτρια με γνωστικό αντικείμενο “Δογματική”, Σπυριδούλα Κωσταρά, επίκουρη καθηγήτρια με γνωστικό αντικείμενο “Ψυχολογία της Επικοινωνίας”.

Ανεξάρτητα από τα Τμήματα των Θεολογικών Σχολών και τις υπό ίδρυση Σχολές Μαθητείας, οι δύο Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, που απέμειναν, είναι τα “ΛΟΚ” της Εκκλησίας.

Είναι αναμφισβήτητο ότι η σύγχρονη ελληνική κοινωνία, με τις τόσες ανακατατάξεις, που συμβαίνουν παντού, θέλει μορφωμένους παπάδες, με ποιμαντική δραστηριότητα, που να μπορούν να αγκαλιάζουν το λαό, να ακούν τις ανησυχίες του και να ανταποκρίνονται σ’ αυτές, να τον βοηθούν στα προβλήματά του, να καλλιεργούν τις ψυχές σε βάθος, να διαφωτίζουν σωστά γύρω από τις αλήθειες της Ορθόδοξης πίστης.

Να είναι σε θέση να δίνουν απάντηση στα ερωτηματικά, που γεννιούνται μέσα στους ανθρώπους, να συμπαραστέκονται στις ανάγκες τους, να έχουν επίγνωση του ρόλου τους, σύνεση και αυτογνωσία (αυτά αναπτύσσονται μέσω της παιδείας) και να μην αποφαίνονται ως “αυθεντίες” επί παντός επιστητού, ούτε να είναι αποκλειστικά προσανατολισμένοι στα “τυχερά”.

Ισχυρίζονται μερικοί ότι ο π. Παΐσιος, που ήταν μοναχός, καθώς και ο π. Πορφύριος, ο π. Ιάκωβος Τσαλίκης και τόσοι άλλοι απλοί παπάδες, δεν είχαν κανένα πτυχίο, αλλά αγίασαν και η ευλάβειά τους στήριξε και στηρίζει πλήθος ατόμων.

Βεβαίως, αλλά πόσοι από τους σημερινούς ιερείς διαθέτουμε τα ειδικά και εξαιρετικά πνευματοφόρα χαρίσματα όλων αυτών, που αν και αγράμματοι, γνώριζαν τα πάντα, απέκτησαν θεϊκή μόρφωση, “λιώνοντας” το σώμα τους με την άσκηση, την προσευχή και τη νηστεία και ήταν αποφασισμένοι να θυσιαστούν για τον Χριστό ανά πάσα στιγμή;

Δεν απέβλεπαν στο μισθό του κράτους, αλλά στην ουράνια μισθοδοσία από τον Κύριο, την οποία και έλαβαν.

Ας μην κάνουμε λοιπόν άκαιρες και άστοχες συγκρίσεις με φωτισμένες μορφές.

Επιπλέον να διευκρινιστεί το αυτονόητο, πως ούτε όλοι οι πτυχιούχοι κληρικοί είναι καλοί και κατάλληλοι, ούτε όλοι οι μη πτυχιούχοι κακοί και ακατάλληλοι. Μακριά από εμάς αυτός ο διαχωρισμός.

Ωστόσο σ’ έναν κόσμο, όπου συνεχώς νέοι τρόποι ζωής, νέα ήθη, νέα πιστεύματα, νέες αντιλήψεις προβάλλουν, καινούργιες απρόβλεπτες καταστάσεις προκύπτουν αιφνιδιαστικά, δεν μπορεί ο ιερέας να μην έχει το τυπικό προσόν της μόρφωσης, που σε συνδυασμό με τα θετικά στοιχεία του χαρακτήρα του, γίνεται αυτόματα ουσιαστικό.