Του π. Ηλία Μάκου
Χωρίς υπερβολή και χωρίς περιττούς συναισθηματισμούς νιώθουμε την ανάγκη να διακηρύξουμε από την αρχή ότι το βιβλίο του Βαγγέλη Μάστορα “Ακροβασίες του μυαλού – Η ιστορία ενός διπολικού”, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις “Τόπος” δεν συγκλονίζει απλά, αλλά αποτελεί μια βαθιά εξομολόγηση με διδακτικές προς τους άλλους προεκτάσεις, αλλά και με θαυμαστικές διαστάσεις για το τόλμημά του.
Με τον Βαγγέλη Μάστορα, μαχητικός δημοσιογράφος στη Θεσπρωτία (και στα Γιάννινα παλιότερα), εκδότης δύο τοπικών εφημερίδων για ένα διάστημα, αλλά και συγγραφέας και πρώην δήμαρχος, συνδεόμαστε πάνω από 30 χρόνια. Η αρχική γνωριμία εξελίχθηκε σε φιλία. Και όταν τον χρειαστήκαμε, στα δύσκολα, ήταν δίπλα μας, ουσιαστικά και ανιδιοτελώς, και όχι επιφανειακά.
Όλο αυτό το μακρύ διάστημα, που αναστρεφόμαστε μαζί του, άλλοτε συχνότερα και άλλοτε αραιότερα, “γευτήκαμε” και τις εκρήξεις του και τις ιδιοτυπίες του. Μα πάνω απ’ όλα εμπνευστήκαμε από την ανεξάντλητη δημιουργικότητά του, τις γνώσεις του, την οξυδέρκειά του και την καλοσύνη του.
Στο βιβλίο αυτό δίνει τη μαρτυρία του ψυχικού μαρτυρίου του. Ψυχιατρικές κλινικές, ψυχίατροι, απόπειρες αυτοκτονίας, ανεξέλεγκτες εξάψεις, κατάθλιψη και άλλα, αποτελούν ένα έντονο μωσαϊκό μιας περιπετειώδους ζωής, που στο τέλος πάντα μένει το δίδαγμα.
Ό,τι και να σου συμβαίνει, προχώρα μπροστά, σφίξε τα δόντια, “ανέστησε” την καρδιά σου, ανασηκώσου και νιώσε το αληθινό νόημα της ζωής. Αυτό απομένει σαν μοναχή γιατρειά.
Σε μια διαρκή προσπάθεια απαλλαγής από το σκοτάδι, άλλοτε ταχινή και άλλοτε αργινή, είναι οδοιπόρος ο Βαγγέλης Μάστορας. Και όταν τινάζεται το αίμα μέσα του και όταν φουσκώνει η κάψα της αφορισμένης απόγνωσης στις φλέβες του, γυρεύει να περάσει από το “θάνατο” για να βρει τη χαρά.
Περιστατικά, που έχουν σκληρό προσκεφαλάδι, περιγράφονται με ενάργεια στο βιβλίο. Όχι ως μυθιστορηματικές αποτυπώσεις, όχι ως αφηγήσεις τρίτων, αλλά ως τυραννικά και συνάμα απελευθερωτικά προσωπικά βιώματα.
Δεν μιλάει σε τρίτο πρόσωπο, ως ουδέτερος, αλλά σε πρώτο πρόσωπο, ως πρωταγωνιστής, που γοργά λαχταρά μιαν αυγή, όπου το εσωτερικό του θα είναι ένα χρυσόργυρο μαγνάδι.
Κι εκεί, που το φως πάει να γίνει σφυγμός ολοένα πιο αργός και πιο αργός, θαρρείς πως είναι έτοιμος να σταματήσει, ξεπετιέται μια καθαρότητα, που δρα αναγεννητικά, κόντρα στην οδύνη.
Και λειτουργεί ως λυτρωτική εκτόνωση όταν η ψυχή βουίζει, βιάζεται, διψά και δεν βρίσκει νερό πουθενά και πιάνεται στις ατομικές και κοινωνικές ξόβεργες.
Όσα γράφει για τις δραματικές στιγμές του δεν είναι αθεματικά στροβιλίσματα, δεν είναι χρησμοδοτικοί συμβολισμοί, αλλά λειτουργούν λυτρωτικά σαν μεταδοτικά και όχι αμετάδοτα λαμπυρίσματα, που τα συλλαμβάνεις και γενικά και στις λεπτομέρειές τους.
Είχε το θάρρος, την ανδρεία, ο κ. Μάστορας, με προθυμερό λογισμό, πεντάπλουμο, με δίχως ασκημάδι, παρότι έζησε άσχημες στιγμές, να μας βάλει και να μας κομπώσει στο κρυφό λαγκάδι του κόσμου του, που μέχρι τώρα δεν είχε γνωριμιά μαζί μας.
Και να μας προτρέψει, εκκινώντας από τα δικά του παθήματα, ότι δεν αξίζει να ζούμε χαρακωμένοι στην ανημποριά, αλλά αξίζει να πασκίζουμε να βρούμε στο εσωτερικό μας μια φωλιά, για να ανθίσουν εκεί πάνω τα περιβόλια της γαλήνης και της ευτυχίας μας.