Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Μουσουρούλη
Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου
Λόγος
Ὅταν μᾶς ἀδικοῦν
(«Τόν ἑαυτόν μή ἀδικοῦντα οὐδείς παραβλάψαι δύναται» (ΕΠΕ 31,496)
« Ρυθμίζεις, Χρυσόστομε, ταῖς διδαχαῖς σου πᾶσαν διάνοιαν, καί ψυχῶν θεραπεύεις τά ἀρρωστήματα… » (Κανών τοῦ Ἁγίου, Ὠδή ζ´)
*******
«Ρυθμίζεις, Χρυσόστομε, ταῖς διδαχαῖς σου πᾶσαν διάνοιαν, καί ψυχῶν θεραπεύεις τά ἀρρωστήματα… »
Ἡ διακήρυξη αὐτή τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου, Μακαριώτατε, σεπτή τῶν Ἱεραρχῶν χορεία, σεβαστοί πατέρες καί ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἀποτελεῖ τό ὡραιότερο καί εὐστοχότερο ἐγκώμιο τοῦ σεπτοῦ προσώπου τοῦ τιμωμένου σήμερα ἀπό τήν Ἐκκλησία ἱεροῦ Πατρός.
Ζώντας ὁ ἅγιος μέσα σ᾽ἕνα κόσμο συγκρούσεων καί ἄλυτων προβλημάτων, γιά ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς, ἐργάσθηκε μέ λόγια καί ἔργα γιά τήν ἀνακαίνιση τῆς κοινωνίας καί τή θεραπεία τῶν κοινωνικῶν τραυμάτων. Μέ τά φλογερά, πλήρη Πνεύματος κηρύγματά του «ρυθμίζει» ὄντως, διαμορφώνει, διαπλάττει «πᾶσαν διάνοιαν». Μέ τό λόγο του βοηθεῖ τόν ἄνθρωπο νά τοποθετηθεῖ σωστά ἐνώπιον τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς. Διορθώνει τόν λογισμό του, ὥστε νά σκέπτεται ὅπως θέλει ὁ Θεός καί νά ἀντιμετωπίζει τά θέματα διαθέτοντας «νοῦν Χριστοῦ». Μιά τέτοια ρύθμιση ὅμως τῆς διανοίας τοῦ πιστοῦ, ἀπέναντι στά μεγάλα προβλήματα τῆς ζωῆς καί τῆς κοινωνίας, ἔχει ὡς ἐπακόλουθο τή θεραπεία τῶν ἀρρωστημάτων τῆς ψυχῆς καί κατ᾽ἐπέκτασιν τῆς κοινωνίας. Μέ αὐτή τήν προοπτική ἀντιμετωπίζει καί τό ὀξύτατο διαχρονικό πρόβλημα τῆς ἀδικίας, ὁ «ἀδίκως τῆς ποίμνης αὐτοῦ ἀπελαθείς»[1]. Ἄς δοῦμε λοιπόν μέσα ἀπό τίς διδαχές του πῶς ἀντιλαμβάνεται τήν ἀδικία, τήν κοινωνική αὐτή καί ἀενάως χαίνουσα πληγή. Νά δοῦμε τί εἶναι κατά τόν Χρυσόστομο ἀδικία, ποιός πραγματικά ἀδικεῖ καί ποιός ἀδικεῖται καί ποιά εἶναι ἡ ὠφέλεια τῆς ἀδικίας.
******
« Ρυθμίζεις, Χρυσόστομε, ταῖς διδαχαῖς σου πᾶσαν διάνοιαν, καί ψυχῶν θεραπεύεις τά ἀρρωστήματα… »
Ὁ ἱερός Πατήρ περιγράφει τήν κοινωνική κατάσταση τῶν ἡμερῶν του μέ τά ἀκόλουθα λόγια: «Ἡ κοινή γνώμη πιστεύει, γράφει, ὅτι σήμερα ὅλα ἔχουν γίνει ἄνω κάτω. Ὅτι τό γένος τῶν ἀνθρώπων εἶναι γεμάτο ἀπό σύγχυση, ὅτι πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού κάθε μέρα ἀδικοῦνται, πολλοί οἱ «ἐπηρεαζόμενοι, οἱ βιαζόμενοι, οἱ βλαπτόμενοι, οἱ ἀσθενεῖς παρά τῶν δυνατωτέρων». Εἶναι πολλοί, λέγει, ἐκεῖνοι πού ὑβρίζονται, ἐκβιάζονται, βλάπτονται, οἱ ἀδύνατοι ἀπό τού δυνατώτερους, καί οἱ πτωχοί ἀπό τούς πλούσιους. Καί ὅπως δέν μποροῦμε νά μετρήσουμε τά κύματα τῆς θάλασσας, ἔτσι δέν μποροῦμε νά μετρήσουμε τά πλήθη τῶν κατατρεγμένων, ἐκείνων πού ὑβρίζονται, ἐκείνων πού ἀδικοῦνται. Καθημερινά τό κακό αὐξάνει καί ἀπό παντοῦ πληθύνονται οἱ ἀναστεναγμοί, καί οἱ «θρῆνοι καί δάκρυα τῶν ἀδικουμένων»[2]. Αὐτά τότε. Ἄν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος, δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι μέ τά ἴδια λόγια θά περιέγραφε τήν κατάσταση τοῦ κόσμου.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης χρησιμοποιώντας τό δίκοπο μαχαίρι τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ προχωρεῖ καί κάμνει τομή στό προσωπεῖο τῆς ἀδικίας θέτοντας τά ἐρωτήματα καί δίνοντας ταυτοχρόνως τίς ἀκριβεῖς ἀπαντήσεις: Τί εἶναι ἀδικία, ἐρωτᾶ; Καί πόσο αὐτή μπορεῖ νά βλάψει τήν ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου;
«Ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου, ἐξηγεῖ πολύ πειστικά, ὁ ἱερός Πατήρ, δέν εἶναι τά χρήματα γιά νά φοβηθεῖς τή φτώχεια. Οὔτε ἡ ὑγεία γιά νά φοβηθεῖς τήν ἀρρώστια…., ἀρετή εἶναι «ἡ τῶν ἀληθῶν δογμάτων ἀκρίβεια, καί ἡ κατά τόν βίον ὀρθότης[3]. Ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τά κατορθώματα τῆς ψυχῆς του. Καί τοῦτο διότι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ διδάσκει ὅτι ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου βρίσκεται στή ψυχή του· ὅλα τά ἄλλα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι δικά του· τό σῶμα του, τά διάφορα ἀγαθά, τά χαρίσματά του (τελέντα του). Μάλιστα ὁ Μ.Βασίλειος λέει ὅτι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε κυρίως ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς μας, πού ἔχουν πλαστεῖ κατ’εἰκόνα Θεοῦ. Τό σῶμα μας καί οἱ αἰσθήσεις μας εἶναι δικά μας· δέν εἶναι ἐμεῖς. Γύρω δέ ἀπό ἐμᾶς ὑπάρχουν χρήματα, τέχνες καί ὅλα τά ἄλλα πράγματα τοῦ βίου[4].
Ἡ ἀδικία πού ἀναφέρεται στά δικά μας, δέν βλάπτει οὐσιαστικά τήν ψυχή μας. Καί ἐξηγεῖ τή θέση αὐτή ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἐπιστρατεύοντας παραδείγματα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, μέ πρῶτο τό παράδειγμα τοῦ πολυάθλου Ἰώβ. Σέ χρόνο μηδέν ἀπό πλούσιος γίνεται φτωχός· ἀπό πολύτεκνος ὁ Ἰώβ σέ στιγμές χρόνου βρίσκεται ἄτεκνος· ἡ λέπρα καταξεσχίζει τίς σάρκες του· ὄχι μόνο δέν ἔχει σπίτι καί πόλη, ἀλλά αὐτοεξορίζεται στό σωρό τῆς κοπριᾶς. Οἱ φίλοι του τόν κατηγοροῦν ὅτι πάσχει ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἡ γυναίκα του τόν προτρέπει νά βλασφημήσει καί νά πεθάνει. Ὅμως ὅλα αὐτά δέν βλάπτουν στό παραμικρό τήν ψυχή του, πού τώρα λάμπει περισσότερο -ὅπως τό χρυσάφι μέσα στό καμίνι -, λάμπει καί ἐπισφραγίζει τή γνησιότητά του μέ τά λόγια: «εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον»[5] .
Ἄλλο παράδειγμα εἶναι ὁ πάγκαλος Ἰωσήφ, ὁ ἀγαπημένος γιός τοῦ Ἰακώβ. Τά ἴδια τά ἀδέλφια του ἀπό φθόνο τόν πουλοῦν ὡς δοῦλο καί τόν ἐξορίζουν. Συκοφαντεῖται καί φυλακίζεται. Καί ὅμως ἡ ἀρετή του μένει ὁλοκάθαρη, ἀνόθευτη. Τό ἴδιο καί ὁ Λάζαρος τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς. Τόν δέρνει ἡ φτώχεια, ἡ πείνα, ἡ ἀρρώστια, τά ἕλκη, πού τά γλύφουν οἱ σκύλοι, ἐνῶ βλέπει τόν πλούσιο νά ζεῖ στά πολυτελῆ σπίτια του καί νά «εὐφραίνεται καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς». Τελικά ἡ καθαρότητα τῆς ὑπομονῆς καί τῆς καρτερίας τοῦ Λαζάρου τόν ἔβαλε στήν ἀγκάλη τοῦ Ἀβραάμ[6].
Πληθώρα παραδειγμάτων ὑπάρχουν στήν Ἁγία Γραφή πού ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ὁποιαδήποτε κακόβουλη ἐνέργεια, ἡ ὁποιαδήποτε ἀδικία ἐναντίον μας ὄχι μόνο δέν μᾶς ἀδικεῖ, ἐάν εἴμεθα ἄγρυπνοι ἐπί τῶν ἐπάλξεων τῆς ψυχῆς μας, ἐάν βαδίζουμε σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί μᾶς στεφανώνει καί μᾶς καταξιώνει. Ὁ ἀδικούμενος κατά τόν ἱερό Πατέρα, δέν βλάπτεται. Ἐκεῖνος πού βλάπτεται εἶναι αὐτός πού ἀδικεῖ[7].
Μέ βάση καί πάλι τόν λόγο τοῦ Θεοῦ τόσο ἀπό τά παραδείγματα πού ἀναφέραμε ὅσο καί ἀπό πολλά ἄλλα, φαίνεται καθαρά ὅτι τό πραγματικό πρόσωπο τῆς ἀδικίας εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία τήν ὁποία ἑκούσια διαπράττουμε ζημιώνοντας οἱ ἴδιοι τήν ἀθάνατη ψυχή μας. Τόν Ἀδάμ, λέγει ὁ ἱερός Πατήρ, δέν τόν ἀδίκησεν οὔτε τόν ἔβγαλεν ἀπό τόν Παράδεισο ὀ διάβολος «ἀλλ’ ἡ τοῦ ἀδικηθέντος ραθυμία, καί τό μή νήφειν μηδέ ἐγρηγορέναι»[8]. Τόν Ἀδάμ τόν ἔβγαλε ἀπό τόν Παράδεισο ἡ δική του ἀπερισκεψία καί τό ὅτι δέν ἦταν συνετός καί δέν διατελοῦσε ἐν ἐγρηγόρσει.
Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων μποροῦμε νά ὁρίσουμε τήν ἀδικία ὡς βλάβη τῆς οὐσίας τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τῆς ψυχῆς μας. Διαφορετικά δέν ἔχουμε πραγματική ἀδικία, ἀλλά ὀδύνη, πόνο βαθύ καί πειρασμική κατάσταση καί δοκιμασία τοῦ αὐτεξουσίου τοῦ ἀνθρώπου.
Γι’αὐτό καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος δέν ἔπαυε νά χαρακτηρίζει ὡς σκόνη καί παραμύθια ὅλες τίς συμφορές καί ἀδικίες τοῦ παρόντος κόσμου. «Τά δέ ἄλλα πάντα κόνις καί καπνός καί μῦθος, λέγει, κἄν ἐπιβουλάς εἴπῃς, κἄν συκοφαντίας, κἄν λοιδορίας, κἄν ἐξορίας, κἄν ξίφη ἠκονημένα»[9].
Τήν ἑκούσια ὅμως ἁμαρτία τή θεωροῦσε φοβερό πράγμα, γιατί ταυτίζεται μέ τήν ἀδικία, πού οἱ ἴδιοι ἐνεργοῦμε στόν ἑαυτό μας. Γι’αὐτό καί εἶναι καθοριστικός ὁ λόγος του: «τόν ἑαυτόν μή ἀδικοῦντα οὐδείς παραβλάψαι δύναται»[10].
*****
Πότε καί πῶς ὅμως ὠφελεῖται ὁ ἄνθρωπος πού ὑφίσταται ἀδικίες ἐκ μέρους τῶν συνανθρώπων του; Ὠφελεῖται πρῶτον ὅταν δέν βλέπει τήν ἀδικία ὡς κάτι τό ἀρνητικό καί βλαπτικό, ἀλλά ὡς κάτι τό θετικό καί χρήσιμο. Δεύτερον ὅταν τήν ἀντιμετωπίζει μέ εὐγνωμοσύνη, δηλαδή ὅταν δέν ἐκστομίζει κακό λόγο ἤ βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μόνο στεναγμούς γιά τίς συμφορές[11]. Ὠφελεῖται ὁ πιστός ὅταν ὑπομένει τήν ἀδικία μέ γενναιότητα. Ὅσο μάλιστα μεγαλύτερη εἶναι ἡ γενναιότητα πού ἐπιδεικνύει, τόσο μεγάλη εἶναι καί ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ[12]. Ὅταν δέν μισεῖ καί δέν ἀποστρέφεται αὐτόν πού τόν ἀδίκησε, ἀλλά κλαίει καί θρηνεῖ γι’αὐτό[13], τότε ὠφελεῖται πνευματικά ὅσο δέν φαντάζεται. Ὅταν προσεύχεται γιά τόν ἄδικο, γιά τή μεγάλη ὠφέλεια πού τοῦ προξένησε καί κατηγορεῖ τόν ἑαυτό του γιά τίς δικές του ἀδικίες[14].
****
« Ρυθμίζεις, Χρυσόστομε, ταῖς διδαχαῖς σου πᾶσαν διάνοιαν, καί ψυχῶν θεραπεύεις τά ἀρρωστήματα… »
Μακαριώτατε, σεβαστοί πατέρες, ἡ ἀδικία κατά τόν ἱερό Πατέρα μας, ἰσχυροποιεῖ τήν ψυχή πού τήν ὑφίσταται καί τήν ἀπελευθερώνει ἀπό τά πάθη[15]. Ὅσο περιασσότερες ἀδικίες δεχόμαστε, τόσο περισσότερα ἁμαρτήματα, λέγει ὁ Ἅγιος, μᾶς συγχωροῦνται. Ἔτσι λοιπόν ἐκεῖνος πού μᾶς ἀδικεῖ γίνεται ὁ μεγαλύτερος εὐεργέτης μας[17].
Ὁπωσδήποτε ἡ ἀδικία προκαλεῖ, πάλι κατά τόν ἱερό Πατέρα, πόνο μεγαλύτερο ἀπό τόν πόνο πού προκαλεῖ ὁ θάνατος. Ἄθλημα βαρύ, βαρύτατο πού προσφέρεται μόνο στούς τούς γενναίους γιά νά τούς κάνει γενναιότερους, ἁγιότερους, ἄξιους τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὁ προστάτης σας Ἅγιος, Μακαριώτατε, εἶναι φωτεινό μετέωρο, ὁδηγός ἀπλανής κάθε ψυχῆς πού ποθεῖ τόν Οὐρανό καί στό καυτό θέμα τῆς ἐποχῆς μας. Εὐχηθεῖτε κάθε ἀδικία πού μπορεῖ νά παρουσιασθεῖ στό δρόμο μας νά τήν δεχόμαστε ὡς εὐλογία Θεοῦ. Καί ἐμεῖς τά πνευματικά σας παιδιά, εὐχόμαστε υἱϊκῶς, σέ σᾶς τόν πνευματικό μας πατέρα, τόν ρέκτη τοῦ δικαίου καί τῆς δικαιοσύνης πολλά τά ἔτη σας, εὐλογημένα καί εἰρηνικά, ὅλα πρός δόξαν τοῦ Παναγάθου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας.
Ἱερός Καθεδρικός Ναός Ἁγίου Ἰωάννου, Λευκωσία
Παρασκευή 13/11/2020
[1] Κάθισμα Ὄρθρου, «Τήν σοφίαν ἐξ ὕψους»
[2]Ἰω. Χρυσοστόμου, «ὅτι τόν ἑαυτόν μη ἀδικοῦντα…, ΕΠΕ 31ος τόμος σελ. 498
[3] Ἰω. Χρυσοστόμου ὅ.π. σ. 504
[4] Μ.Βασιλείου ΕΠΕ 6, 222
[5] Ἰω.Χρυσοστόμου, ὅ. π. σ. 506
[6] Ἰω.Χρυσοστόμου, ὅ.π. σ. 508
[7] Ἰω.Χρυσοστόμου, Εἰς Ψαλμ. 7, 14, Migne PG 55,103
[8] Ἰω. Χρυσοστόμου, ὅ.π σ.508
[9] Ἰω.Χρυσοστόμου ΕΠΕ τόμος 37ος σ. 366
[10] Ἰω.Χρυσοστόμου ὅ.π. σ. 496
[11] Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς Ψαλμ. 11,2 Migne PG 55, 147γ
[12] ὅ.π. 55, 147γ
[13] Migne PG 58, 595
[14] Migne PG 58, 518
[15] Ἰω.Χρυσοστόμου, Εἰς Ψαλμ. 7,14, Migne 55,103
[16] Ἰω.Χρυσοστόμου, Εἰς Ματθ. ὁμιλία 61, 5 , PG 58,594
[17] Ἰω.Χρυσοστόμου, Εἰς Ματθ. ὁμιλία 61, 5 , PG 58,594