You are currently viewing Οι καθηγητές της Θεολογικής Σχολής προειδοποιούν τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Δημήτριο

Οι καθηγητές της Θεολογικής Σχολής προειδοποιούν τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Δημήτριο

  • Reading time:1 mins read

Ο Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος οι Μητροπολίτες Αγίου Φραγκίσκου Γεράσιμος, Βοστώνης Μεθόδιος, Πίτσμπουργκ Σάββας καθώς επίσης ο γενικός πρόξενος Στράτος Ευθυμίου και ο Τόμας Λέλον αντιπρόεδρος της Εφορίας, στην τελετή της αποφοίτησης της Θεολογικής Σχολής. Φωτογραφία Εθνικός Κήρυκας-Θεόδωρος Καλμούκος.

ΒΟΣΤΩΝΗ. Οι καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης, με μακροσκελή επιστολή τους προς τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Δημήτριο, πρόεδρο της Εφορείας, κρούουν με αγωνία τον κώδωνα του κινδύνου πως αν δεν ληφθούν αμέσως τα απαραίτητα μέτρα η Σχολή κινδυνεύει να χάσει την ακαδημαϊκή της αναγνώριση.

Στην επιστολή τους αυτή με ημερομηνία 8 Μαρτίου 2019, αναφέρονται «στην επιβολή προειδοποιήσεων από τον Σύνδεσμο Θεολογικών Σχολών», κάνοντας εκτενή αναφορά στην πρόσφατη απόφαση της Επιτροπής Αναγνώρισης με ημερομηνία 7-8 Φεβρουαρίου 2019.

Ταυτόχρονα, ζητούν τη διεξαγωγή οικονομικού ελέγχου στη Σχολή από ειδήμονες εκτός Σχολής «για την οικονομική δομή λειτουργίας του ιδρύματος». Τονίζουν πως «ο οικονομικός έλεγχος θα πρέπει να κοινοποιηθεί στη διοίκηση, στη σύγκλητο των καθηγητών, στα υπαλληλικά στελέχη, καθώς επίσης και στα μέλη της Εφορείας».

Την επιστολή τους αυτή προς τον Αρχιεπίσκοπο οι καθηγητές την κοινοποιούν στον αντιπρόεδρο της Εφορείας Τόμας Λέλον και στα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Εφορείας. Ζητούν συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο για να συζητήσουν τα θέματα που του παραθέτουν στην επιστολή τους.

Τονίζουν, ανάμεσα στα άλλα, πως «η πρόσφατη απόφαση (Φεβρουαρίου 7-8, 2019 του Συμβουλίου της Επιτροπής Αναγνωρίσεως του Συνδέσμου Θεολογικών Σχολών που επέβαλλε τρεις προειδοποιήσεις (notations) έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στους καθηγητές. Οι επιβληθείσες προειδοποιήσεις υπογραμμίζουν τρεις σοβαρούς τομείς ανησυχίας. Συγκεκριμένα, τα οικονομικά, τη διοίκηση και το σχεδιασμό του ιδρύματος.

Αυτές οι αποφάσεις βασίσθηκαν σε ενδελεχείς αξιολογήσεις που έγιναν από συναδέλφους από τον Σύνδεσμο Θεολογικών Σχολών οι οποίοι επισκέφθηκαν τη Θεολογική μας Σχολή στις 15 Δεκεμβρίου 2018».

Σε άλλο σημείο, οι καθηγητές έγραψαν πως «βάσει της κατανόησής μας για την αξιολόγηση και τη διαδικασία της αναγνώρισης, αντιλαμβανόμαστε τη σοβαρότητα αυτών των τριών προειδοποιήσεων που έχουμε λάβει ως ίδρυμα. Ως Σύγκλητος καθηγητών είμαστε αφοσιωμένοι, όπως και η Σεβασμιότητά σας, στην επιτυχία της Σχολής και αναγνωρίζουμε ότι αυτές οι προειδοποιήσεις του Συνδέσμου Θεολογικών Σχολών απαιτούν άμεση και δυναμική αντιμετώπιση».

Τονίζουν στον Αρχιεπίσκοπο πως «σύμφωνα με την έκθεση του Συνδέσμου Θεολογικών Σχολών, εάν δεν υπάρξει άμεση και δέουσα αντιμετώπιση αυτών των προειδοποιήσεων εντός των επόμενων 19 μηνών (όχι αργότερα από την 1η Νοεμβρίου 2020) θα ανακληθεί η αναγνώριση».

Οι καθηγητές έγραψαν ακόμα στον Αρχιεπίσκοπο πως «είμαστε τρομαγμένοι διότι δεν βλέπουμε να λαμβάνονται τα απαραίτητα και επιβαλλόμενα μέτρα από την ηγεσία της Θεολογικής Σχολής και της Εφορείας για την αντιμετώπιση αυτών των προειδοποιήσεων κατά τρόπο σύμφωνο με τις προσδοκίες του Συνδέσμου Θεολογικών Σχολών και τις καλύτερες πρακτικές της ανώτερης εκπαίδευσης.

Δεν έχουμε δει ακόμα από τη Διεύθυνση της Σχολής ένα σχέδιο δράσης αντιμετώπισης αυτών των θεμάτων και είμαστε αποκαρδιωμένοι από την έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα στη διοίκηση και στους καθηγητές λόγω έλλειψης επικοινωνίας μεταξύ της διοίκησης και των καθηγητών για κοινά θέματα σχετιζόμενα με την έκθεση του Συνδέσμου Θεολογικών Σπουδών. Επίσης, είμαστε αποκαρδιωμένοι για το γεγονός ότι η Σχολή είχε λάβει προειδοποίηση για έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού από τον Σύνδεσμό Θεολογικών Σπουδών το 2012, την ήρε το 2014 και την επέβαλλε ξανά το 2019».

Οι καθηγητές σε άλλο σημείο της επιστολής τους έγραψαν στον Αρχιεπίσκοπο Δημήτριο πως «εμείς ως Σύγκλητος καθηγητών είμαστε ενοχλημένοι διότι η διαδικασία ανάπτυξης ενός στρατηγικού σχεδίου όφειλε να είχε θεσπιστεί από το έτος 2016».

Αναφέρουν ότι «βάσει των προειδοποιήσεων εμείς ως ίδρυμα έχουμε αποτύχει να ορίσουμε με ευκρίνεια και να εφαρμόσουμε τους ρόλους της Εφορείας, του προέδρου, των κοσμητόρων και των καθηγητών μέσα στο όλο πλαίσιο της συνδιοίκησης.

Ο Σύνδεσμος Θεολογικών Σπουδών έχει διατυπώσει προβληματισμούς πως η Εφορεία δεν έχει ασκήσει επαρκή οικονομική εποπτεία στη Σχολή. Η αξιολόγηση της Επιτροπής συνέστησε πως το ίδρυμα θα ωφελείτο από μία εξέταση της λειτουργικής δομής διακυβέρνησής του για να διευκρινιστεί πού βρίσκεται η εξουσία για τη διατήρηση της ακεραιότητας και ζωτικότητας της Σχολής και πώς αυτή η εξουσία ασκείται εν τη πράξη».

Συστήνουν τη σύγκληση «έκτακτων συνεδριάσεων του συνόλου των μελών της Εφορείας, προκειμένου να συζητηθούν και αντιμετωπισθούν τα άμεσα και τα μακροχρόνια θέματα που απασχολούν τη Σχολή. Αυτά τα αρχικά βήματα αντιπροσωπεύουν σπουδαίες και κρίσιμες πρώτες πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση όλων των επιβληθέντων προειδοποιήσεων», ενώ συμπληρώνουν ότι «φοβόμαστε πως αποφυγή να εφαρμοσθούν έστω αυτά τα βασικά βήματα είναι απόδειξη επανάληψης ενδεών πρακτικών».

Επικαλούνται την προειδοποίηση από την έκθεση του Συνδέσμου Θεολογικών Σχολών, σύμφωνα με την οποία «οι οικονομικές δυνατότητες του ιδρύματος δεν είναι επαρκείς για την μακρόχρονη ζωτικότητά του και δεν υπάρχει πειστικό σχέδιο το οποίο να αντιμετωπίζει αυτό το θέμα έγκαιρα και αποτελεσματικά».