Του π. Ηλία Μάκου
Στον τόπο καταγωγής του, τη Ζίτσα Ιωαννίνων, τον θεωρούσαν άγιο τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία τον Α΄ (1480-1546) εδώ και πολλά χρόνια.
Για να έρθει και να επιβεβαιώσει την αίσθηση του λαού η αγιοκατάταξή του στις 10 Ιανουαρίου 2023 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, 447 χρόνια από το θάνατό του, και τρεις ημέρες μετά, την Παρασκευή 13 Ιανουαρίου, ημέρα της μνήμης του, τελέσθηκε πανηγυρική αρχιερατική θεία λειτουργία στο Μητροπολιτικό ναό Ιωαννίνων, όπου η κατάνυξη ήταν ιδιαίτερη, καθώς ο νέος άγιος, διέθεσε τις δυνάμεις της ψυχής του στο Θεό και είχε αληθινά χριστιανικό χαρακτήρα, ήταν ο άρτιος άνθρωπος, στάθηκε στο πλευρό των υπόδουλων Ελλήνων εκείνα τα πρώτα χρόνια της Άλωσης της Κων/πολης από τους Τούρκους, γι’ αυτό είχε κερδίσει εν ζωή το σεβασμό, την αγάπη και την εκτίμηση όλων.
Παρότι η μόρφωσή του δεν ήταν μεγάλη, διακρίθηκε για την απόδοσή του στα διοικητικά καθήκοντα και για το θείο ζήλο του, ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα να σώσει πολλούς Ορθόδοξους ναούς, που ήθελαν να κατεδαφίσουν οι Τούρκοι.
Είχε ιδιαίτερη σχέση με το Άγιος Όρος και συνέβαλε στο να δημιουργηθεί η Μονή Σταυρονικήτα (ήταν αρχικά κελί της Κουτλουμουσίου) και βοήθησε στην ανοικοδόμησή της.
Δώρισε μεγάλο μέρος της περιουσίας του στο Πατριαρχείο και αφού ασθένησε, παραιτήθηκε και πέθανε ως μεγαλόσχημος μοναχός Ιωάννης στη Βλαχία.
Στην κωμόπολη της Ζίτσας και συγκεκριμένα στον αύλειο χώρο του κτιρίου του Δημοτικού καταστήματος οι συντοπίτες του τού είχαν στήσει προτομή, με τη μορφή του να είναι λιτή, καθώς η απλότητά του τον χαρακτήριζε ως προσωπικότητα. Στην μαρμάρινη στήλη όπου στέκεται η προτομή αναγράφονται τα εξής:
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΙΕΡΕΜΙΑΣ Α
1480 1546
ΔΩΡΗΤΕΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Κ ΜΑΡΙΑ ΒΑΔΟΚΑ
Το έργο του, αλλά κυρίως οι αρετές του τον ανέβασαν ψηλά, τον προέβαλαν και τον επέβαλαν.
Διέθετε συνείδηση ακατάγνωστη, δηλαδή δεν τον κατηγορούσε και δεν τον έτυπτε, και λευκή ψυχή και ήταν αυτό το μεγαλύτερο κέρδος της ζωής του.
Στις δύσκολες εκείνες περιστάσεις φέρθηκε σαν πραγματικός Χριστιανός ηγέτης, γενναία, όχι σαν “ανθρωπάκι” , με ηθικό ανάστημα και ψυχική ανωτερότητα.
Όλο το είναι του το έδινε στο Θεό. Είχε καθαρή την καρδιά του από κάθε πάθος, από κάθε μικρότητα και αδυναμία. Και παρουσίαζε τον εαυτό του, όπως ταιριάζει στον άνθρωπο του Θεού.
Και μέσα στον οδυρμό, ύψωσε τη φωνή του και φώναξε: Χριστιανοί, γιατί αθυμείτε! Γιατί φοβάσθε! Ο Χριστός δεν μας έχει λησμονήσει!
Τη χάρη του Θεού ζητούσε πάντοτε, με τη βέβαια ελπίδα ότι θα λάβει τα ανέκφραστα αγαθά της ευλογίας Του. Και τα έλαβε… Και έτσι αντιμετώπιζε όλα τα δεινά, όλες τις δυσκολίες, που συναντούσε στην επίγεια πορεία του.