You are currently viewing Ναυπάκτου Ιερόθεος: “Η πατρίδα μας βρίσκεται σε πολύ δυσχερή θέση”

Ναυπάκτου Ιερόθεος: “Η πατρίδα μας βρίσκεται σε πολύ δυσχερή θέση”

  • Reading time:1 mins read

Την ανησυχία του για τις εξέλιξεις για το θέμα της Μακεδονίας εξέφρασε ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος κατά την τελευταία Ιερατική Σύναξη. Ο Σεβασμιώατος ανέλυσε στους Ιερείς τα θέματα της επικαριότητας και στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων.
Η ανακοίνωση της Μητρόπολης αναφέρει:

«Στην Ιερατική Σύναξη του Ιανουαρίου 2018, ο Μητροπολίτης μας κ. Ιερόθεος μίλησε στους Κληρικούς της Ιεράς Μητροπόλεώς μας για δύο θέματα:

1. Με αφορμή την εορτή των Θεοφανείων, την τελευταία μεγάλη εορτή του Δωδεκαημέρου αναφέρθηκε στα πέντε είδη βαπτίσματος, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ήτοι του Μωϋσέως, του Ιωάννου του Προδρόμου, που είναι βάπτισμα μετανοίας, του Χριστού, με το οποίο οι βαπτιζόμενοι γίνονται Χριστιανοί, του μαρτυρίου – του αίματος και της μετανοίας – των δακρύων. Ο Χριστός κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας, ιδίως τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, δεν βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη ποταμό επειδή είχε ανάγκη καθάρσεως, αλλά «την εμήν οικειούμενος κάθαρσιν».

2. Το δεύτερο θέμα στο οποίο αναφέρθηκε ο Σεβασμιώτατος ήταν το «Σκοπιανό» και το οποίο ανέλυσε στις τρεις διαστάσεις του: εθνική, πολιτική και εκκλησιαστική.

Για την εθνική διάσταση του θέματος είπε ότι οι Μακεδόνες ήταν φύλο ελληνικό. Δεν υπήρχε ποτέ ιδιαίτερη μακεδονική εθνότητα. Στην αρχαία Ελλάδα άλλωστε κάθε πόλις ήταν κράτος. Έτσι υπήρχαν πολλά ελληνικά κράτη, με διαμάχες μεταξύ τους. Αυτά τα κράτη ο Φίλιππος Β΄ ο Μακεδών και κατόπιν ο γιός του Αλέξανδρος τα ένωσαν σε ένα κράτος, που επεκτάθηκε μέχρι τις Ινδίες, επεκτείνοντας ταυτόχρονα και την επικράτεια της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού. Ο Αλέξανδρος είχε δάσκαλο τον Αριστοτέλη, ο οποίος είχε πατρίδα τα Στάγειρα της Χαλκιδικής. Οι Σλάβοι δεν έχουν καμμιά σχέση με τους Έλληνες Μακεδόνες. Αυτοί κατέβηκαν προς την νότια Βαλκανική κατά τον 6ο μ.Χ. αιώνα, χωρίς να έχουν συγκροτημένο Κράτος. Οι αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης τους χρησιμοποιούσαν, όταν είχαν ανάγκη να συγκροτήσουν στρατό. Οι κινήσεις τους μέσα στο πολυφυλετικό Ανατολικό Ρωμαικό Κράτος ήταν όπως όλων των άλλων Ρωμαίων πολιτών. Τα πράγματα άλλαξαν με την ανάπτυξη του Βουλγαρικού ενθικισμού τον 19ο αιώνα, που οδήγησε στον γνωστό «Μακεδονικό Αγώνα» (1904-1907) με συνεχείς διεκδικήσεις των Βουλγάρων μέχρι την απελευθέρωση, το 1912, του τμήματος της Μακεδονίας που ανήκει στην ελληνική επικράτεια.

Το κράτος των Σκοπίων, που διεκδικεί το όνομα Μακεδονία γεννήθηκε από τον Τίτο, ο οποίος με την λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μετονόμασε την «Βαρντάσκα Μπανόβινα» σε «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», προκειμένου να μπορεί να διεκδικήση νοτιώτερα εδάφη. Δεν το ήθελε σαν ένα κρατικό μόρφωμα, αλλά σαν ένα έθνος.
Ο Τίτο επινόησε και δημιούργησε το λεγόμενο «Μακεδονικό έθνος», το οποίο δεν έχει καμμιά ιστορική ρίζα. Για να πείση τον λαό του ότι είναι ένα ιδιαίτερο έθνος του έδωσε ιδιαίτερη κρατική διοίκηση, του όρισε γλώσσα (μια βουλγαρική διάλεκτο) και του δημιούργησε δική του εκκλησία, με επισκόπους και κληρικούς αποσχισμένους από τον κορμό της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ως προς το πολιτικό σκέλος του θέματος είπε ότι οι Έλληνες πολιτικοί δέχονται μεγάλες πιέσεις από το εξωτερικό (Αμερική και Ευρώπη) να «κλείσουν το θέμα», προκειμένου να μπη η χώρα αυτή στο ΝΑΤΟ και κατόπιν στην Ε.Ε.. Θέλουν ένα σταθερό φιλικό τους κράτος, υπάκουο σύμμαχό τους, στο «υπογάστριο» της Ρωσίας. Η πλειονότητα πάντως των πολιτικών θεωρούν ότι συμφέρει η ύπαρξη αυτού του κράτους, για την εξασφάλιση των Βορείων συνόρων μας.

Σε αυτό το πλαίσιο δυστυχώς οι πολιτικές δυνάμεις της πατρίδος μας κινούνται δίνοντας προτεραιότητα στο στενό κομματικό τους συμφέρον και όχι στο συμφέρον του Έθνους.

Το εκκλησιαστικό σκέλος έχει σχέση με την σχισματική Εκκλησία των Σκοπίων, που αυτοονομάζεται «Μακεδονική». Κανένα Ορθόδοξο Πατριαρχείο και καμμιά Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία δεν τους έχει αναγνωρίσει μέχρι σήμερα. Μια τελευταία «φιλική» προσέγγιση προς αυτούς εκ μέρους του Πατριαρχείου Βουλγαρίας δημιούργησε έντονο προβληματισμό στην Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία εξέδωσε σχετικό ανακοινωθέν.

Αν το κρατικό μόρφωμα των Σκοπίων λάβη οποιαδήποτε σύνθετη ονομασία, που θα περιέχη τον όρο «Μακεδονία», πως θα ονομαστή η Εκκλησία του; Αν ονομασθή «Νέα» ή «Άνω Μακεδονία» τελικά αυτό που θα επικρατήση ως όνομα της Εκκλησίας του θα είναι μόνο το όνομα «Μακεδονία». Και από εκεί θα αρχίση η σύγχυση, αλλά και οι διεκδικήσεις. Οι Μητροπολίτες Φλωρίνης και Καστορίας είναι Έξαρχοι Άνω Μακεδονίας. Θα διατηρήσουν τους τίτλους ή θα απαιτηθή να τους αλλάξουν; Και οι Μητροπόλεις της Μακεδονίας, που ανήκουν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και επιτροπικώς και διοικητικώς στην Εκκλησία της Ελλάδος, τι σχέση θα έχουν με την λεγόμενη «Μακεδονική Εκκλησία»; Θα υπάρχη σύγχυση ονομάτων που θα ευνοούν περαιτέρω διεκδικήσεις. Και είναι γνωστό από την ιστορία ότι στα Βαλκάνια η σύγχυση των εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών (Πατριαρχείο, Βουλγαρική Εξαρχία) χρησιμοποιήθηκε ως όχημα για εθνικιστικές διεκδικήσεις των βορείων γειτόνων μας.

Ο Σεβασμιώτατος στο τέλος είπε ότι στις μέρες μας η πατρίδα μας βρίσκεται σε πολύ δυσχερή θέση, από πολλές πλευρές και για πολλά θέματα και χρειάζεται επαγρύπνηση, προσευχή και ενημέρωση».