πρωτ. π. Αθανασίου Γιουσμά
Αρχιερατικού Επιτρόπου Ι. Μητροπόλεως Μυτιλήνης
Ένα πρόσωπο που με σημάδεψε από τα εφηβικά μου χρόνια ήταν και ο
σήμερα κοιμηθείς (11 Ιουνίου 2024) αείμνηστος πρ. Κίτρους και Κατερίνης
ΑΓΑΘΟΝΙΚΟΣ. Γεννήθηκε στο Αίγιο 6 Μαρτίου 1937 και διετέλεσε Διευθυντής στην
Επτατάξιο Εκκλησιαστική Σχολή της Τήνου στην οποία φοίτησα.
Ο Άγιος Κίτρους ως Σχολάρχης – χωρίς υπερβολή – βάδιζε στα χνάρια του
Αγίου Νεκταρίου! Η συμπεριφορά του, το ύφος του, τα βήματά του, οι ενέργειές του
ήταν ακριβώς οι ίδιες με του Αγίου! Σοβαρός, γλυκός, σοφός, ήρεμος, άγιος. Όταν
αργότερα διάβασα το γνωστό βιβλίο «ένας Άγιος του αιώνα μας» κι έμαθα πώς ο
Άγιος Νεκτάριος αντιμετώπιζε ως Σχολάρχης τα διάφορα προβλήματα και τις κατά
καιρούς καταστάσεις, διαπίστωσα πως είχα την ευλογία να γνωρίσω έναν …Άγιο
Νεκτάριο. Δεν υπήρξε ιεροσπουδαστής στην Τήνο, συσπουδαστής μου, που να μην
αγάπησε τον π. Αγαθόνικο και να μην τον εκτίμησε ή να μην τον εκτιμά. Ήταν και
είναι για όλους μας ο πατέρας Αγαθόνικος. Έτσι τον αποκαλούσα κάθε φορά που
του έγραφα ή του μιλούσα κι όταν αργότερα έγινε Επίσκοπος: «πατέρα Αγαθόνικε».
Και το χαιρόταν… Κι εκείνος στις απαντήσεις του: «Γλυκέ μου, καλέ μου, Αθανάσιέ
μου»…
Θυμάμαι, είχαμε στη Σχολή μας -την σήμερα δυστυχώς ερημωμένη- ένα μικρό
παρεκκλήσι για τις λατρευτικές καθημερινές μας ακολουθίες. Το παρεκκλήσι αυτό
ήταν η καταφυγή μου. Σ’ αυτό συχνά πυκνά, συναντούσα τον πατέρα Αγαθόνικο,
καθισμένο σε μια καρέκλα σιωπηλά να προσεύχεται. Μόνος, άφηνε στην Πρόνοια του
Θεού τα δικά μας, της Εκκλησίας και του κόσμου τα προβλήματα.
Ήταν ως λειτουργός υπέροχος! Μου έλεγε: «Δεν επιτρέπονται στο Ιερό Βήμα
πολλά βήματα. Τα βήματά σου ως Ιερεύς, να είναι τόσα που να μπορεί να τα μετρήσει
κάποιος την ώρα που θα λειτουργάς». Δεν φορούσε ακριβές και φανταχτερές
ιερατικές στολές. Λειτουργούσε στη Σχολή μας πάντα με την ίδια στολή. Και σε
ερώτησή μου, «γιατί δεν αγοράζετε μια καλύτερη στολή», η απάντησή του θυμάμαι με
εντυπωσίασε: «Θανάση μου, να σταθώ μπροστά στο γυμνό Εσταυρωμένο με ακριβή
και φανταχτερή στολή;»!! Η αδελφή του κάποτε τον επισκέφθηκε στη Σχολή μας και
ως δώρο του πρόσφερε ολοκαίνουρια άμφια. Τα φόρεσε, γιατί επιμέναμε. Την ίδια
ημέρα με τη λαμπάδα, κατά την ώρα της μικρής εισόδου, κάηκε ένα μέρος της
στολής. «Τι ήθελα και σας άκουσα, και την φόρεσα;», μονολόγησε.
Με τους γονείς των ιεροσπουδαστών, με τους γονείς μας, ήταν πάντα απλός,
καταδεκτικός, γλυκομίλητος, αγαπητός. Είχαν περάσει πολλά χρόνια από την
αποφοίτησή μου και θυμόταν, ακόμη και το όνομα της μάνας μου και τα πολλά κιλά
του πατέρα μου!
Για χάρη των παιδιών του, των ιεροσπουδαστών, για την προσωπική μας
ελευθερία ως μαθητές και ως άνθρωποι, δεν δίστασε – πάντα ευγενικά – να
κοντραριστεί με την φασιστική ή την υποκριτική συμπεριφορά ορισμένων…
Δυστυχώς κοντά μας τον άφησαν μόνο τρία χρόνια… Τα λόγια που μου εμπιστεύθηκε
πως είπε τότε σε κάποιον ισχυρό εκκλησιαστικό άνδρα, ο οποίος τον έβλεπε με
καχύποπτο μάτι, ηχούν ακόμη στα αυτιά μου: «Ήμουν και είμαι στρατιώτης του
Χριστού. Κανένας στρατιώτης δεν επιλέγει τον αξιωματικό του και ως στρατιώτης είμαι
στη διάθεση της Εκκλησίας». Γι’ αυτή του τη θέση τον εκτίμησε αργότερα και τον
εκτίμησαν πολλοί… Ήταν ένας ευγενικός, καλοσυνάτος και ταπεινός άρχοντας.
Τον επισκεπτόμουν συχνά, σχεδόν κάθε χρόνο. Αρχικά στην Μητρόπολή του
και αργότερα στο κρεβάτι του πόνου. Η αρρώστια και τα χρόνια του είχαν αλλοιώσει
το σώμα, η γλυκιά του όμως μορφή παρέμενε πάντα φωτεινή και αγία.
Ο πατέρας Αγαθόνικος, ο πρ. Άγιος Κίτρους, ζει στην καρδιά μου και θα ζει ως
ότου πεθάνω.