Του π. Ηλία Μάκου
Το 1967 έκλεισαν οι ναοί στην Αλβανία, λόγω της απαγόρευσης της θρησκευτικής ελευθερίας.
Το καθεστώς άλλαξε τη χρήση του ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στον “Κόντα” Μπερατίου και από τότε ερήμωσε.
Αν και είναι υπό αναστήλωση, λειτουργήθηκε για πρώτη φορά, μετά από 55 ολόκληρα χρόνια, στις 21 Μαΐου του 2022.
Ένας ιερέας και λίγοι πιστοί, σ’ έναν χώρο χωρίς στολίδια, χωρίς καν τα απαραίτητα, ένιωσαν άκρα ευδαιμονία.
“Οι καθαροί τη καρδία… αυτοί τον Θεόν όψονται”. Η καθαρότητα της καρδιάς είναι έννοια κατ’ εξοχήν θεοφιλής.
Με καθαρή την καρδιά, λοιπόν, προσήλθαν οι πιστοί στο ναό, μετά από πέντε και πλέον δεκαετίες… Αλλά και με ηθική αγνότητα.
Τι και αν έλειπαν τα πάντα μέσα στο ναό. Φαινόταν σαν ανάκτορο, αφού υπάρχει το βάθρο της πίστης. Χωρίς το βάθρο, το ανάκτορο δεν μπορεί να σταθεί. Αλλά και μόνο του το βάθρο δεν είναι ανάκτορο…
Τόσα χρόνια οι “ορθολογιστές”, οι διώκτες της πίστης στην Αλβανία, που ήθελαν να κρύψουν τον παραλογισμό της… εξόντωσης του Θεού, εμφανίζοντάς την ως κάτι λογικό, πάσκισαν να δημιουργήσουν του κόσμου τις παρερμηνείες και επεδίωξαν να βάλουν παράσιτα στο λόγο του Θεού και να υποβαθμίσουν ή να αναιρέσουν τη σημασία της πίστης.
Όμως η τυραννία έλαβε τέλος, ο ναός των Αγίων Κων/νου και Ελένης ξαναστήνεται και οι πιστοί ευφραίνονται, όπως οι θεριστάδες της την ώρα της συγκομιδής.
Και αποδεικνύεται περίτρανα ότι η πίστη ζει σε κάθε εποχή, μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο, αντιμετωπίζοντας έτσι τις όποιες αλλαγές της ζωής, χωρίς να αλλάζει.
Η προσαρμογή αυτή, που δεν θίγει το δόγμα και τις βασικές αλήθειες, είναι μέσα στην αποστολή της.
Αλλά η πίστη παραμένει η ίδια. Και όταν καταδιώκεται και όταν θριαμβεύει.