Του π. Ηλία Μάκου
Από τη μη μια έως την άλλη άκρη της Αλβανίας, από τα Τίρανα μέχρι το Αργυρόκαστρο, από το Πόγδαρετς μέχρι τη Χειμμάρα, από το Δυρράχιο, την Κορυτσά και την Αυλώνα μέχρι τους Αγίους Σαράντα, φούντωσε η ευφρόσυνη φωνή: Χριστός Ανέστη-Αληθώς Ανέστη.
Αλλά και σ’ ολόκληρη την αλβανική επικράτεια, στις Μητροπόλεις Κορυτσάς, Βερατίου Αργυροκάστρου, Ελμπασάν, Απολλωνίας και Φίερι, διακηρύχτηκε ότι με τον αήττητο Χριστό “χαράς τα πάντα πεπλήρωται”, οι άνθρωποι δεν έμειναν αδιάφοροι και ανεπηρέαστοι από την πνευματική ακτινοβολία της Ανάστασης του Χριστού.
Και ένιωσαν ότι ο Αναστημένος Χριστός μπορεί να μεταβάλλει τις σκληρές καρδιές σε καιόμενες από πνευματική θερμότητα.
Και παρακάλεσαν τον Ιησού, που η Ανάστασή Του είναι το συγκλονιστικότερο γεγονός της παγκόσμιας ιστορίας, να είναι ο πιστός σύντροφος της ζωής τους.
Να είναι κοντά τους όταν ο πόνος αυλακώνει την καρδιά τους. Να είναι κοντά τους, όταν οι δυσκολίες πιέζουν τα στήθη.
Να είναι κοντά τους, όταν η εχθρότητα των άλλων και η συκοφαντία, λερώνουν και δηλητηριάζουν την υπόληψή τους.
Να είναι κοντά τους, όταν στην πικρή στιγμή χάνουν το θάρρος τους. Να είναι κοντά τους, όταν ο δρόμος της αρετής τους φαίνεται πολύ ανηφορικός και δυσκολοπερπάτητος.
Να είναι κοντά τους και στις χαρούμενες και στις λυπητερές στιγμές. Και στην επιτυχία και στην αποτυχία. Θέλουν την αναστάσιμη παρουσία τους να καθοδηγεί τη ζωή τους.
Γι’ αυτό, εκεί, στους ναούς, καθώς ακούγονταν ασκίαστα το «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών», βρήκαν τη ευκαιρία να «ξεσκονίσουν» τον μέσα κόσμο τους, να διώξουν τα δικά τους «σκουπίδια», προσφέροντας στον Αναστάντα Λυτρωτή τη μετάνοια, την ειλικρίνεια, την ταπείνωση και απλότητα της καρδιάς τους, καθώς και την πίστη τους στη Θεότητά Του.
Και έφυγαν από τους ναούς, του βράδυ της Ανάστασης, με την πεποίθηση ότι Εκείνος θα κάνει το θαύμα της πνευματικής τους ανάτασης, μέσα από την Ανάστασή Του.