You are currently viewing Δεν υπάρχουν πια τέτοιοι Αρχιερείς…

Δεν υπάρχουν πια τέτοιοι Αρχιερείς…

  • Reading time:1 mins read
Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφαρσάλων  Ιεζεκιήλ Βελανιδιώτης.
Μέ αφορμή τή συμπλήρωση 70 ετών από τήν κοίμηση τού Καλαματιανού Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφαρσάλων Ιεζεκιήλ Βελανιδιώτη, είναι”χρέος μνήμης καί τιμής”, όπως αναδειχθεί ή πολυσχιδής προσωπικότητα του.
Ό κατά κόσμον Παναγιώτης Στρούμπος έρχεται στήν ζωή στίς 4 Οκτωβρίου 1874 στήν Καλαμάτα. Γονείς του είναι ό Φιλόστρατος Στρούμπος, από τήν ορεινή Αρτεμισία τού τέως Δήμου Αλαγονίας, καί ή Αικατερίνη Δουκάκη. Λαμβάνει τή στοιχειώδη καί γυμνασιακή εκπαίδευση σέ σχολεία τής γενέτειράς του καί μετά τήν αποφοίτησή του ασχολείται μέ τό εμποριο, ακολουθώντας τά βήματα τού πατέρα του.
Πτυχιούχος τής Νομικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Αθηνών, κατακτά μέχρι καί τόν τίτλο τού Διδάκτορα.
Όμως ή ευσέβεια καί ή αγάπη του προς τον Θεό, πού έχει δημιουργηθεί στήν καρδιά του από τόν θείο του, αδελφό τής μητέρας του, Μοναχό Κωνσταντίνο Δουκάκη καί τόν Γέροντά του, Μητροπολίτη Μεσσηνίας Μελέτιο Σακελλαρόπουλο, τον ωθούν καί στήν Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’όπου παίρνει το πτυχίο του τό 1905.
Αντί, όμως νά συνεχίσει την επαγγελματική του σταδιοδρομία, οδηγεί τά βήματά του στο Ιστορικό Μοναστήρι της Βελανιδιάς Καλαμάτας, προσπίπτοντας κι αυτός στή Βελανιδιώτισσα ” Κυρία Χρυσοπηγή “. όπου κείτεται Μοναχός τη 19η Φεβρουαρίου 1907, από τόν πνευματικό του πατέρα, Μητροπολίτη Μελέτιο. Κατά τήν κουρά του έλαβε τό όνομα τού”μείζονος” Προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης Ιεζεκιήλ.
Είχε ευλάβεια στους Προφήτες καί απ’ότι φαίνεται ζήτησε ο ίδιος το όνομα αυτό από τον Δεσπότη του Μελέτιο Σακελλαρόπουλο. Την επόμενη ημέρα (20/02/1907) χειροτονείται Διάκονος και τη μεθεπόμενη (21/02/1907) Πρεσβύτερος και χειροθετείται Αρχιμανδρίτης στό Καθολικό τής ιστορικής Μονής Βελανιδιάς.
Στίς αρχές τού 1908 διακονεί ως Εφημέριος στόν Ιερό Ναό τής Παναγίας Χρυσοσπηλιώτισσας Αθηνών καί τό 1910 μεταβαίνει στην Τεργέστη της  βορειοανατολικής Ιταλίας και εξυπηρετεί ως Έξαρχος του Οικουμενικού  Πατριαρχείου τις θρησκευτικές ανάγκες της Ορθόδοξης Ελληνικής κοινότητας.
Επανέρχεται στό Μοναστήρι της μετανοίας του το 1915 καί αναλαμβάνει τήν ηγουμενία του,ανακαινίζοντας τα υπάρχοντα ή ιδρύοντας καινούργια Μετόχια τής Μονής. Έφθασε, μάλιστα, στο σημείο, νά ετοιμάσει και  την μαρμάρινη πλάκα του τάφου του, εάν ετελεύτα τον βίο του ως ηγούμενος της Βελανιδιάς.
Μέ την είσοδο της Ελλάδος στον Α ´ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχοντας έντονο το αίσθημα της φιλοπατρίας κατατάσσεται στον  Στρατό ως Ιεροκήρυκας και με το Σύνταγμα του εκστρατεύει στη Μακεδονία, τη Θράκη και  τη Σερβία.
Ακολουθώντας πιστά τα βήματα του παραδελφού του, Αρχιμ. Γρηγορίου Δικαίου ή Παπαφλέσσα, συμμετέχει στή Μικρασιατική Εκστρατεία από την αρχή μέχρι το  τέλος της ως Στρατιωτικός Ιερέας και γνωρίζεται μέ τον Νικόλαο Πλαστήρα. Δίνει τό”παρών”σ’όλες τίς μάχες εμψυχώνοντας τούς Έλληνες πολεμιστές μέ το κήρυγμα καί την εξομολόγηση, αψηφώντας τόν κίνδυνο για την ζωή του.
Στά περιθώρια των πολεμικών επιχειρήσεων δημοσιεύει κείμενα καί επιστολές σχετικά μέ τήν ιστορία τού Μικρασιατικού Ελληνισμού. Όταν μέ δάκρυα στά μάτια αφήνει τή Σμύρνη, δέν παραλείπει νά επισκεφθεί τόν ελληνόφρονα Μητροπολίτη Χρυσόστομο, τήν παραμονή τού οικτρού μαρτυρίου του.
Επιστρέφοντας από τό μέτωπο τής Μικράς Ασίας, διορίζεται Ιεροκήρυκας στή Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, αλλά και στη Μητρόπολη Μεσσηνίας.
Ή Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος,προσβλέποντας στη χαρισματική προσωπικότητα του Αρχιμανδρίτη Ιεζεκιήλ, τον εκλέγει Μητροπολίτη της ιστορικής και αχανούς από  τότε  Μητροπόλεως  Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφαρσάλων την 30η Οκτωβρίου 1924. Με τον σιδηρόδρομο, από την Αθήνα ανεβαίνει στην Καρδίτσα, έδρα της Μητροπόλεώς και με τη συνοδεία ενός μόνο κληρικού καταλύει σέ ξενοδοχείο, αρνούμενος να ενθρονιστεί επίσημα.
Στά 25 χρόνια πού διαποιμαίνει τό εκεί ποίμνιό του ταύτισε το πολυδύναμο έργο με την ανθρωπιά, αφού ανάλωσε όλες του τις δυνάμεις, γιά να φέρει τα λογικά πρόβατά του κοντά στον Θεό.
Κάποτε, τη λαμπρή νύχτα της Αναστάσεως λειτούργησε με παντόφλες. Το καινούργιο ζευγάρι παπούτσια, που του είχε αγοράσει την προηγούμενη ο  κλητήρας της Μητροπόλεώς του, το είχε χαρίσει σε φτωχό πολύτεκνο βιοπαλαιστή…
Σημαντικότερα έργα του είναι το Νοσοκομείο Καρδίτσας, το Ακτινολογικό Εργαστήριο πού λειτουργεί στο Επισκοπείο λόγω έλλειψης χώρου στο Νοσοκομείο, το Γηροκομείο το Σανατόριο για τους φυματικούς, ο βρεφονηπιακός Σταθμός, οι παιδικές Κατασκηνώσεις, τα παιδικά Συσσίτια γιά τα προσφυγόπουλα, η Λαϊκή
Βιβλιοθήκη, η Νυκτερινή Σχολή, η Πανθεσσαλική Έκθεση Καρδίτσας κ.ά. Συχνά πυκνά συντηρεί τα έργα αυτά με τον μισθό του.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης παραιτείται από τα ποιμαντορικά του καθήκοντα τον Οκτώβριο του 1950, για λόγους υγείας. Οσιακώς αναχωρεί από τον επίγειο αυτόν κόσμο τρία χρόνια αργότερα, στις 3  Σεπτεμβρίου 1953 .
Ενταφιάζεται στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού Καρδίτσας, όπως ο ίδιος είχε ζητήσει με διαθήκη του, πού είχε συντάξει το 1951.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ίσως δεν έχει υπάρξει στην ιστορία της Εκκλησίας Μητροπολίτης της να χρησιμοποιεί ως επώνυμό του το όνομα της Μονής της μετανοίας του.